Σύμφωνα με τη λαϊκη παράδοση της χωρας μας , ο μήνας Ιούνιος λέγεται «θεριστής» επειδή αυτό το μήνα θερίζονταν ανέκαθεν τα σιτηρά-δημητριακά , ο δε Ιούλιος «αλωνάρης» , επειδή αυτό το μήνα αλωνίζονταν.
Βεβαια πρέπει να διευκρινήσουμε απ την αρχή ότι αυτές οι ονομασίες των μηνών με τις αντίστοιχες δραστηριότητες , μέχρι το 1923-24 που αναγνωρίστηκε και στη χώρα μας το νέο-Ιουλιανό ημερολογιο-, υπολογίζονταν σύμφωνα με το παλιό-Γρηγοριανό ημερολογιο , που πάει δεκατρείς μέρες αργότερα…
Επομενως στην πραγματικότητα και λόγω της μεγαλης διαφοράς των καιρικών συνθηκών , στη Δυτική Μακεδονία και στη Λευκοπηγη σε σχέση με τη νότια Ελλάδα , ο θεριστής ήταν και είναι από το τελος Ιούνη και περίπου μέχρι τα μέσα Ιούλη , οπότε άρχιζε ο αλωνισμος…
Τα εργαλεία του θερισμού των σιτηρών( Βρύζας , κριθαριού , σιταριού) ήταν πρώτα και κύρια το ΔΡΕΠΑΝΙ που έκοβε τα σιτηρά λίγο πάνω από τη ρίζα , η ξύλινη συνηθως «ΠΑΛΑΜΑΡΙΆ» που φορούσαν οι θεριστάδες στην αριστερή παλάμη για να μην τους αγκαθώνει ένα «φαρμακερό» ασπράγκαθο ή για να μην τους τσιμπήσει κανα φίδι , ο «ΚΛΙΤΣΙΝΊΚΟΣ», ένα μικρό 30-40 πόντων μυτερό σκληρό ξύλο , που το χρησιμοποιούσε ο δέτης -«μπακλατζης» για να δένει έντεχνα τα σιτηρά σε δεμάτια, και το «ΔΕΜΑΤΚΌ» ένα , είδους σχινιού, κατασκεύασμα από τα καλάμια-στάχυα της βρύζας , με το οποίο έδεναν οι μπακλαζήδες τα δεμάτια…
Η Λευκοπηγη Κοζανης με τα διπλανά χωριά ειχε πολλούς ικανότατους θεριστάδες και μπακλατζήδες , οι οποίοι κατέβαιναν κατά ομαδες των 5-10 ατόμων , από τις αρχες Ιουνίου περίπου , πρώτα στους κάμπους της Ελασσωνας-Θεσσαλίας και της Βέροιας , όπου ωρίμαζαν πολύ νωρίτερα τα στάρια τους και καποιες φορες έφταναν και μέχρι τον κάμπο του Στρυμώνα..! Ενας απ αυτους ήταν ο μπαρμπα-Μήτσιος Τσιολάκης ο αδερφος της μάνας μου με την παρέα του ,ο οποιος διηγουνταν διαφορα κι έλεγε στο Ζηση τον αδερφό μου , τον μετεπειτα δήμαρχο Σερρών , «οταν πάς στα χωριά του Στρυμώνα θα βρείς καμια πατλιά-πατημασιά δικιά μου και θα φάς τζιγεροσαρμά»..!
Αφού τελείωναν από τα καμποχώραφα , όπου έβγαζαν με πολύ κόπο μερικά χρήματα , επέστρεφαν περι τα τέλη Ιουνίου , αυτό τον καιρό δηλαδη, για να θερίσουν τα δικά τους χωράφια . Είχαν πολύ ενδιαφέρον οι διηγήσεις τους , για δυσκολίες που συναντούσαν από κάποια αφεντικά και την πολλή ζέστη (λιβακώθκαμι, μας έφαγε ο ζάπουρας έλεγαν), οι «πλάκες»-πειράγματα που έκαναν μεταξύ τους και κάποιες φορές οι ερωτικες περιπέτειες που είχαν σ αυτή τους την έξοδο , που έφταναν ακόμα και σε παντρειές.!
Στη Λευκοπηγη Κοζανης θερίζαμε πρώτα τη βρίζα-σίκαλη , η οποία σπέρνονταν συνηθως σε χωραφια-«ξιχώραφα» που είχαμε κυριως κοντά ή πάνω στα βουνά στις τοποθεσίες : «Τσιμουδιάς» , «Λευκάδια», «Μπαράκο», «Κοκκινόϊα» ,ΑηΝικόλα-«Γιαμαλή, «Ζγκόστι», «Γιάχο» , επειδή ευδοκιμούσε σε τοποθεσίες με «φτωχά» χώματα και άντεχε σε χαμηλές θερμοκρασίες.
Σε ύψος η βρίζα ξεπερνούσε κατά πολύ τα κριθάρια και τα σιτάρια , και δένονταν σε στενά δεμάτια- «χειρόβαλα»… Γι αυτό το λόγο μετά το τίναγμα του καρπού με ράβδισμα (όχι αλώνισμα) πανω σε σκληρές επιφάνειες , χρησιμοποιούνταν κυριως για τα σκέπαστρα στα μαντριά και στις καλύβες των τζομπαναραίων .
Επισης για το δέσιμο των κριθαριών και του σταριού σε μεγάλα δεμάτια , η βρύζα γίνονταν το καταλληλότερο «σχινί»… που το ονομάζαμε «δεματκό» επειδή μ αυτό δέναμε τα δεμάτια.
Ο καρπός της βρίζας-σίκαλης μας ενδιέφερε λιγότερο , επειδή ήταν πολύ λίγος και ήταν εντελώς συμπληρωματικός κυριως για ζωοτροφή και μερικες φορες και για το «σμιγό ψωμί» συνηθως τις «κακές» χρονιές στις φτωχές οικογένειες που δεν είχαν επαρκή σιτάρια , και σήμερα από «ευκατάστατους» και σε τιμή ακριβή…για υγιεινή διατροφή… Τι ειρωνία και πως αλλάζουν οι καιροί..!
Τα χειρόβαλα με τα καλάμια της βρίζας , τα μουσκεύαμε καλά μέσα στο ρέμα-λάκο που διασχίζει το χωριό-«πάτονκορφή» κάτω από τα υπεραιωνόβια πλατάνια ή στις βρυσες με λεκάνες των «μαχαλάδων»-γειτονιών και αφού τα τινάζαμε καλά για να καθαρίσουν από χόρτα και το «λόζγιο» , κάναμε τα δεματκά , μπλέκοντας-δένοντας με περίτεχνο τρόπο τις κορφές με τα στάχυα ,αφού ξεχωρίζαμε πρώτα στα δυό χέρια δυό ματσάκια βρύζας και έτσι γίνονταν μεγάλα σε μηκος , δηλαδη αυτοσχέδιο εργαλείο-σχινί που ήταν κατάλληλο για το δέσιμο των δεματιών από το δέτη-μπακλατζή…
Αμεσως μετά τη βρύζα και με έτοιμα πλέον τα δεματκά , θερίζαμε τα κριθάρια που ήταν σπαρμένα σε καλά χωράφια και αφού τα μεταφέραμε και τα αλωνίζαμε με τα ζώα στα πέτρινα αλώνια του χωριού , μαζεύαμε τα άχυρα στις αχυρώνες για ζωοτροφές του χειμώνα , και τον καρπό πάλι για καλή ζωοτροφή κυριως για πουλερικά , αλογομούλαρα , γουρούνια και για «σμιγό» μαζί με σιτάρι ψωμί , σε πολυπληθείς κυριως οικογενειες , όταν δεν επαρκούσε το σταρι της χρονιάς , και για κριθαρίσιο καφέ…
Το αποκορύφωμα ομως του «ΘΈΡΟΥ» ήταν το θέρισμα του σταριού τον Ιούλιο πλέον, από το οποίο γίνονταν και γίνεται το ΨΩΜΙ , που ήταν και είναι το πιό αναγκαίο και φθηνό σχετικά καθημερινό στοιχείο , για τη διατροφή των πληθυσμών της υπαίθρου αλλά και των πόλεων .
Σ όλες σχεδόν τις οικογενειες , που συνηθως έσμιγαν με άλλες , οι θεριστάδες ήταν ώριμοι άνδρες , γυναίκες και κοπέλες εξ ίσου ικανές, ενώ ο «μπακλατζής»- δέτης ήταν πάντοτε σχεδόν άνδρας νεαρής ή μεγαλης ηλικίας.
Η ομάδα των θεριστάδων αποτελούνταν συνηθως από 5-10 άτομα . Όσο περισσότεροι τόσο καλύτερα για να τελειώνουν γρήγορα , γιατί σταματούσαν μόνο για να πιουν νερό από τις ξύλινες «τσιφτσέλες»-«μπούκλους» και τα παγούρια. Κατά τις εννιά η ώρα σταματούσαν για «καφαλτί» κάτω από κανα δέντρο , για να φάνε κάτι πρόχειρο μαζί με τη δροσιστική «σκορδάρη» (κρύο νερό σμιγμένο με κρασί και τριμένο σκόρδο) και το «γιόμα»- μεσημέρι που τους έφερνε το φαΐ στο χωράφι συνηθως η μεγάλη συνυφαδα με κάνα πιτσιρίκι. Η πίτα ήταν απαραίτητη βέβαια και μπορεί να μη συνοδεύονταν και με τιποτα άλλο …
Τα ξημερώματα που είχε δροσιά ακόμα , ξεκινούσαν λοιπόν το θέρισμα αφού πρώτα γυρνώντας προς την Ανατολή έκαναν το σταυρό τους και εύχονταν να πάει καλά η μέρα και ο θέρος και να έχουν καλή σοδιά…
Με επικεφαλης τον πιό έμπειρο θεριστή , έπιανε ο καθενας από έναν «όργο»-σπορά ή ταχτά οπως λέγεται στα χωριά των Σερρών και ακολουθούσαν όλοι σε επαρκή απόσταση ο ενας πίσω απ τον άλλο σε σχήμα διαγώνιο για να αποφεύγεται τυχόν ατύχημα από μπλέξιμο των δρεπανιών.
Ύστερα ακολουθούσαν για το δέσιμο ένας ή δύο μπακλατζήδες-δέτες , οι οποίοι πολλες φορές βοηθιούνταν από πολύ νεαρά άτομα για το μάζεμα των θερισμένων σταχυών που λέγονταν «χεριές» , που έκαναν και χρέη νερουλά..
Παρά την πολύ δύσκολη και ολοήμερη δουλειά μέσα στην αφόρητη ζέστη , οι νεαρές γυναικες κυριως αλλά και οι άντρες έπιαναν και έλεγαν σχετικά καλοκαιρινά τραγούδια , για τις δυσκολίες που συναντούσαν , αλλά και για την ελπίδα που έδινε ο θέρος για το ψωμι της χρονιάς , μπλέκοντας και στοιχεία του έρωτα και της αγάπης..!!!
Τα ρούχα που φορούσαν κατά το θέρισμα άντρες και γυναικες προσπαθούσαν να είναι ελαφρά και ανοιχτόχρωμα και στο κεφάλι οι μεν άντρες ,αν είχαν , φορούσαν τα άσπρα στρογγυλά φαρδυά ψάθινα καπέλα που τα λέγαμε «ασκιάδες» επειδή έκαναν ίσκιο ή έδεναν κανα μαντήλι , οι δε νεαρές γυναίκες φορούσαν άσπρες μαντήλες τις λεγόμενες «μπαρμπούλες».
Μέσα στα σιτοχώραφα γεννούσαν , φύλαγαν και βοσκούσαν τα αυγά και τα πουλάκια-περδικούλια τους οι πανέμορφες καμπίσιες πέρδικες , οι οποίες αναστατώνονταν από τους θεριστάδες και προσπαθούσαν να φύγουν μαζί με τα μικρά τους που ακόμα δε μπορούσαν να πετάξουν και μερικες φορες τα πιάναμε και τα φυλαγαμε μέχρι να μεγαλώσουν και να τ αφήσουμε να πετάξουν..!
Βρίσκαμε επισης μεγάλα μαύρα βραδυκίνητα τριζόνια που κελαηδούσαν και τα λέγαμε αγελαδιτσες…
Μόλις τελείωνε το θέρισμα κάθε χωραφιού μαζεύονταν απ ολους όλα τα δεμάτια σε «κουρτζιούμια» , τα οποία σε σχήμα σταυρού στήνονταν μέσα στο χωράφι σε τεσερις σειρες δηλ τρία ή τεσσερα δεμάτια το ένα πάνω στο άλλο , τα οποία συνεκλιναν και εσμιγαν με τα στάχυα προς τα μέσα και τα κοτσάνια προς τα έξω , κι από πάνω στη μέση έμπαινε καπάκι ένα δέμα . Τα κουρτσιούμια αυτά στήνονταν έτσι για σταθερότητα και προφύλαξη από τυχόν βροχή ή αέρα , και αφού έμεναν στα χωράφια μέχρι να τελειώσει το θέρισμα κουβαλιούνταν στ αλώνια για το αλώνισμα του σταριού.
Το κουβάλημα των δεματιών γίνονταν φορτωμένα σε αλογομούλαρα κυριως , που με έναν καταπληκτικά έντεχνο τρόπο , φορτώνονταν στη μιά και στην άλλη μεριά του σαμαριού κάθε ζώου 15-20 δεμάτια συνολικά.!!!. Επισης πανω σε δίτροχες «βοηδάμαξες» με βαρειες συμπαγείς ρόδες , είτε αργότερα σε τετράτροχα κάρα που τα έσερναν βόδια, άλογα ή μουλάρια με πολύ μεγαλύτερα φορτία από τα ζωα..! Αξιζει να σημειωθεί ότι τέτοιες ακριβως βοϊδάμαξες χρησιμοποιούσε ο άνθρωπος και πριν από χιλιαδες χρονια μεχρι και τη δεκαετία του 1950.!!!
Αφού λοιπόν τελείωνε το πολύ κουραστικό αλλά πολύ ενδιαφέρον και οφελιμότατο για όλους θέρισμα , στήνονταν με τα κουβαλημένα δεμάτια οι «θυμωνιές» της κάθε οικογένειας δίπλα στ αλώνι σε σχήμα αχυρώνα , για να γίνει το αλώνισμα για το οποίο θα συζητήσουμε στην αμεσως επόμενη φάση σε λίγες μέρες και έχουμε πολλά να πουμε…γιατί ήταν πιο ευχάριστη διαδικασία ιδιαίτερα για τα παιδιά και βέβαια γιατί τελείωνε επι τελους ο κοπιαστικός Θέρος που παρομοιάζονταν μαζί με τον τρύγο σαν πόλεμος…
Ακολουθεί άλμπουμ με σχετικες φωτογραφίες ..!
ΛΕΥΚΟΠΗΓΗ 29/6/2021
Γιωργος Μητλιαγκας του Ιωάννη .
«ΘΕΡΟΣ -Τρύγος πόλεμος…» (Λευκοπηγη Κοζανης – Γιώργου Μητλιάγκα)
75