Το Ανώτερο Δημόσιο Παρθεναγωγείο Κοζάνης.
Από το βιβλίο του τ. Γυμνασιάρχη Παναγιώτη Ζ. Παπαδόπουλου
Εκτός από τα κατώτερα εξατάξια παρθεναγωγεία λειτουργεί ήδη στην Κοζάνη το 1915, καταρχάς μονοτάξιο, που διαδοχικά ολοκληρώνεται σε τετρατάξιο Ανώτερο Αστικό Παρθεναγωγείο, γυμνασιακού επιπέδου. Στεγαζόταν σε ιδιόκτητο οίκημα στη θέση που βρίσκεται σήμερα η νέα πτέρυγα του Ιστορικού-Λαογραφικού Μουσείου Κοζάνης, στην αρχή της οδού Παύλου Χαρίση. Η ύπαρξη και λειτουργία αυτού του σχολείου, παράλληλα με τη λειτουργία του μικτού Βαλταδωρείου Γυμνασίου, εξηγείται αν λάβουμε υπόψη τις επικρατούσες τότε κοινωνικές αντιλήψεις, για τη θέση και το ρόλο της γυναίκας στην οικογένεια και ευρύτερα στην κοινωνία. Υπήρχε μια μεγάλη μερίδα της κοινής γνώμης που πίστευε ότι καταρχάς δεν είναι επιτρεπτό να φοιτούν στο ίδιο σχολείο τα αγόρια με τα κορίτσια και ακόμη ότι ο ρόλος της γυναίκας είναι να παραμένει στο σπίτι σαν καλή οικοδέσποινα με κύριο καθήκον την ανατροφή των παιδιών. Συνεπώς θα έπρεπε οι μαθήτριες του Παρθεναγωγείου να διδάσκονται μια σειρά μαθημάτων, όπως οι καλοί τρόποι, οικιακή οικονομία, καλλιγραφία, γαλλικά κλπ., ώστε να αποκτήσουν την απαραίτητη θεωρητική και πρακτική υποδομή για να ανταποκριθούν στο διπλό ρόλο συζύγου και μητέρας. Είναι ενδεικτικό το γεγονός ότι ο αρθρογράφος της εβδομαδιαίας τοπικής εφημερίδας «ΗΧΩ Μακεδονίας», που συμμερίζεται τις ανωτέρω ιδέες και αντιλήψεις, σε πρωτοσέλιδο κύριο άρθρο της 11ης Ιανουαρίου 1915 υπερθεματίζει σχετικά με την ύπαρξη και λειτουργία ανωτέρου παρθεναγωγείου και, μεταξύ άλλων, γράφει και τα εξής: «Έχομεν ανάγκην γυναικείας μορφώσεως. Η εν τω γυμνασίω φοίτησις των κορασίων μας δεν είναι ικανοποιητική, δεν είναι ωφέλιμος, διότι δεν συμβιβάζεται η εκπαίδευσις των αρρένων με την εκπαίδευσιν των θηλέων. Άλλος ο σκοπός της μέσης εκπαιδεύσεως των αρρένων και άλλος των θηλέων».
Σε άλλο άρθρο της η ανωτέρω εφημερίδα στις 15 Ιανουαρίου του ίδιου έτους γράφει: «Και πάλιν βροντοφωνούμεν: δεν συμβιβάζεται η μέση εκπαίδευσις των αρρένων μετά της παιδεύσεως των θηλέων. Την εν τω γυμνασίω φοίτησιν των κορασίων μας ανεπιφυλάκτως εχαρακτηρίσαμεν επιβλαβή και ασύμφορον προς τον σκοπόν της εκπαιδεύσεως».
Οι απόφοιτες του Παρθεναγωγείου, κατά κανόνα, σπούδαζαν στο διδασκαλείο δημοτικής εκπαίδευσης ή στη σχολή νηπιαγωγών προκειμένου να σταδιοδρομήσουν ως δασκάλες ή νηπιαγωγοί, σπάνια δε ακολουθούσαν άλλα επιστημονικά επαγγέλματα.
Εν πάση περιπτώσει, το Ανώτερο Παρθεναγωγείο Κοζάνης λειτούργησε ως το 1936, οπότε και καταργήθηκε. Τότε ιδρύθηκε στην Κοζάνη γυμνάσιο θηλέων και από το σχολικό έτος 1936-37 οι μαθήτριες όλων των τάξεων αυτού του σχολείου εντάχθηκαν στις αντίστοιχες τάξεις του γυμνασίου θηλέων μαζί με τις μαθήτριες που προήλθαν από το Βαλταδώρειο Γυμνάσιο.
Εποπτεία των σχολείων
Στο χώρο της μέσης εκπαίδευσης η εποπτεία των σχολείων ανατέθηκε στο γενικό επιθεωρητή, θεσμό που ήδη λειτουργούσε στην ελεύθερη Ελλάδα. Η Κοζάνη επελέγη ως έδρα της Γενικής Επιθεωρήσεως της ΙΑ’ εκπαιδευτικής περιφέρειας για να εποπτεύει τα γυμνάσια των νομών Κοζάνης, Γρεβενών, Καστοριάς, Φλώρινας και Πέλλας, καθώς και τα διδασκαλεία δημοτικής εκπαίδευσης και τις σχολές νηπιαγωγών των νομών αυτών. Πρώτος γενικός επιθεωρητής τοποθετήθηκε ο Στεφανάκης Γεώργιος. Το Βαλταδώρειο Γυμνάσιο με την καθοδήγηση του έμπειρου γυμνασιάρχη Λιούφη Παναγιώτη οργανώνεται και λειτουργεί υποδειγματικά. Ο Λιούφης παρέμεινε στην Κοζάνη μέχρι το 1916, οπότε μετατέθηκε σε γυμνάσιο της Αθήνας. Τον διαδέχθηκε στη θέση του ο φιλόλογος Μικρού Γεώργιος.
Πίνακας εποπτικού, διοικητικού και διδακτικού προσωπικού της δεκαετίας.
Γενικοί επιθεωρητές: Στεφανάκης Γεώργιος, Διαμαντόπουλος Ιωάννης.
Γυμνασιάρχες: Λιούφης Παναγιώτης, Μικρού Γεώργιος.
Διδακτικό προσωπικό:
Θεολόγοι: Γαζής Ιωάννης, Μαλούτας Νικόλαος, Παπαθωμάς Δημήτριος και Σιώπης Ιωάννης
Φιλόλογοι: Βαρούτσικος, Διάφας Αθανάσιος, Θεοδοσίου Νικόλαος.
Μαθηματικός: Κουσίδης Γεώργιος
Φυσικός: Κεφάλας Νικόλαος
Γαλλικών: Ζυγούρης Αναστάσιος και Κωνσταντινίδης Σωτήριος
Μουσικολόγος: Άψης Γεώργιος.
ΠΕΡΙΟΔΟΣ 1920-1930
Πολιτική επισκόπηση
Με τον ερχομό της δεκαετίας του ’20 μεγάλη συμφορά περίμενε τους ελληνικούς πληθυσμούς της Μικράς Ασίας και του Πόντου. Η κατάρρευση του μετώπου του Ελληνικού εκστρατευτικού σώματος στα βάθη της Τουρκίας από τις συντεταγμένες δυνάμεις του Κεμάλ Ατατούρκ είχε σαν αποτέλεσμα την κατάληψη της Σμύρνης στα τέλη Αυγούστου με αρχές Σεπτεμβρίου 1922. Η πανέμορφη Ιωνική πόλη πυρπολήθηκε, ενώ οι λεηλασίες και οι σφαγές των αμάχων που επακολούθησαν είναι κάτι το φοβερό και απερίγραπτο. Χωριά και πόλεις με ακμαίο Ελληνικό στοιχείο καταστράφηκαν και κύματα προσφύγων, μέσα σε κλίμα πανικού και αλλοφροσύνης εγκατέλειψαν κακήν κακώς τις πανάρχαιες εστίες του Ελληνισμού. Ο θρήνος για τις χαμένες πατρίδες απλώθηκε παντού. Με τη συνθήκη της Λωζάνης (1923) η Ελλάδα εγκατέλειπε τη Μικρά Ασία και τον Πόντο, ενώ παράλληλα αποφασίστηκε η ανταλλαγή των πληθυσμών. Περίπου 1,5 εκατομμύριο Έλληνες πρόσφυγες, ξεριζωμένοι και εξουθενωμένοι, εγκαταστάθηκαν κυρίως στη Θράκη και τη Μακεδονία και με την εξυπνάδα και τη δραστηριότητά τους τόνωσαν την οικονομία του τόπου και βοήθησαν σημαντικά στην πρόοδο και ανάπτυξη της μητροπολιτικής Ελλάδας.