Οι Τούρκοι το ονόμαζαν Ουζούντζιοβα ή Άνω Ουζουντζιά. Ωστόσο, το όνομα Ξηρολίβαδο έχει επικρατήσει από παλιά. Ο οικισμός σήμερα ανήκει στο Δήμο Βέροιας, απέχει 19 χιλιόμετρα δυτικά της Βέροιας σε υψόμετρο 1.220 μέτρων, είναι κτισμένος στην ανατολική πλευρά ενός πευκόφυτου (Κινέτου στα βλάχικα) οροπεδίου δίπλα σε μια μικρή λίμνη, την ‘Μπάρα’, και κατοικείται μόνο τους θερινούς μήνες.
Πριν την έλευση των Βλάχων από την περιoχή των Γρεβενών, το Ξηρολίβαδο, όπως και όλα τα χωριά του Βερμίου, ήταν ερειπωμένο εξαιτίας επιδρομών. Παλιότερα το χωριό κατοικούνταν κυρίως από ελληνόφωνους.
Αξιοσημείωτο είναι ότι το χωριό βρίσκονταν στη μέση φυσικής διάβασης ανάμεσα στην Μακεδονία και Ήπειρο και οι κάτοικοι μάλλον ήταν επιφορτισμένοι με την ασφάλειά της. Η διάβαση αυτή απέκτησε ιδιαίτερη στρατηγική σημασία από την εποχή των Αργεάδων βασιλέων και τότε άρχισε να κατασκευάζεται μεγάλη λιθόστρατη οδός (επί βασιλείας Αμύντα), η οποία επί Φιλίππου Β΄ έφθανε μέχρι την Ήπειρο. Αυτή ήταν η περίφημη Βασιλική οδός, μικρά υπολείμματα της οποίας σώζονται σήμερα στο Ξηρολίβαδο και κοντά στην Αετιά (Τσούργιακα) Γρεβενών. Στα μετέπειτα Βυζαντινά χρόνια αναφέρεται ως Βασιλική Στράτα και έτσι διασώζεται στο Νομοθετικό Κώδικα, που εκπονήθηκε με πρωτοβουλία του αυτοκράτορα Θεοδοσίου Β΄.
Ακόμα και στα τελευταία χρόνια το Ξηρολίβαδο αποτελούσε σημείο πολιτικής, στρατηγικής και οικονομικής αναφοράς και λειτουργούσε ως προάστιο, φυλάκιο και ουσιαστικά είσοδος στην πόλη της Βέροιας, έχοντας τον τελωνειακό και υγειονομικό έλεγχο των διερχομένων. Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι μέχρι το τέλος της τουρκικής κυριαρχίας, στο χωριό έδρευε ένοπλη τουρκική φρουρά, η οποία και πρόβαλλε αντίσταση στη προέλαση του ελληνικού στρατού, ο οποίος μέσω της διάβασης του Ξηρολιβάδου κατευθύνθηκε προς στη Βέροια, την οποία και απελευθέρωσε στις 16 Οκτωβρίου 1912.
Η οριστική εγκατάλειψη του χωριού λόγω των επιδρομών (περισσότερο από Τουρκαλβανούς) θα πρέπει να έγινε το 1819. Οι περιηγητές και ερευνητές που πέρασαν από το χωριό (F. Pouqueville, Wace & Thompson) διαπίστωσαν ότι το χωριό δέχτηκε πολλές επιθέσεις στα τέλη του 18ου και στις αρχές του 19ου αιώνα. Μάλιστα, οι Wace & Thompson, που πέρασαν από το χωριό το 1911, δεν βρήκαν καμιά ταφόπλακα στην παλιά εκκλησία μετά το 1780 (‘Νομάδες των Βαλκανίων σελ. 210). Στην ερήμωση του χωριού συνέβαλε επίσης και η επικράτηση του Αλή Πασά (τσιφλίκι) στην περιοχή. Ο Άγιος Κοσμάς ή Πατροκοσμάς κήρυξε και καθαγίασε τα χώματα του Ξηρολιβάδου με το πέραμά του κατά τη δεύτερη περιοδεία του από τη Βέροια προς Άνω Μακεδονία και Ήπειρο.
Ο πιο γνωστός από τους παλιότερους κατοίκους του Ξηρολιβάδου (πριν το 1822) ήταν ο Λιόλιος Ξηρολιβαδιώτης. Συγκεκριμένα στο βιβλίο ‘Ιστορία της Βέροιας’, (Β΄ τόμος, εκδόσεις Αφων Κυριακίδη, Θεσ/νίκη 2012) στις σελίδες 1650-1651 γίνεται αναφορά από τον συγγραφέα Α. Κολτσίδα στην αγωνιστική δράση του κλεφταρματολού της Βέροιας Λιόλιου Ξηρολιβαδιώτη (σημ. 2646, πηγή: Πετρώφ Ιωάννου, Περίδοξος Κλεφτουριά της Μακεδονίας. Βιογραφία 28 κλεφταρματολών της, Θεσσαλονίκη 1972, σελ. 57-60). Ο Λιόλιος γεννήθηκε στα 1783 στο Ξηρολίβαδο Βέροιας γιαυτό και ονομάστηκε και Ξηρολιβαδιώτης. Πέθανε το 1860. Έδρασε στα αρματολίκια της Βέροιας και κατόπιν στον ευρύτερο μακεδονικό και ηπειρωτικό χώρο. Η κύρια αγωνιστική του προσφορά συντελέστηκε με την κατάταξή του στο σώμα του Βλαχάβα και στη συνέχεια σε αυτό του Μάρκου Μπότσαρη. Ο Αλή πασάς προσπάθησε να τον καταστήσει υποχείριό του με δελεαστικά μέσα, παρόλα αυτά δεν κατόρθωσε τίποτα. Πρέπει να σημειωθεί ότι ο Λιόλιος είχε παντρευτεί την χιλιοτραγουδημένη Δέσπω, αδελφή του Μάρκου Μπότσαρη και είχε σταθεί στο πλάι του στον αγώνα του 21. Επίσης, στο Ξηρολίβαδο ανάγονται και οι ρίζες του Μανώλη Τριανταφυλλίδη, μεγάλου νεοέλληνα γλωσσολόγου και πολύ πιθανόν του οπλαρχηγού Τάσου Καρατάσου.
Στο ίδιο βιβλίο (‘Ιστορία της Βέροιας’, Β΄ τόμος, εκδόσεις Αφων Κυριακίδη, Θεσ/νίκη 2012) επίσης ο Α. Κολτσίδας στη σελ. 484 γράφει για τον Στέργιο Κουκουτέγο (Καπετάν Τάσος), ο οποίος ήταν Μακεδονομάχος βλαχόφωνος από το Ξηρολίβαδο, που απεβίωσε του 1947 ‘εν πλήρη ένδεια’ (φτώχεια) και χωρίς πίκρα. Είχε δημιουργήσει δικό του σώμα, ήταν ‘πολυμήχανος’ και συνεργάστηκε με τον Καπετάν Κόρακα.
Το χωριό ξαναζωντάνεψε το 1840 με την έλευση ενός φαλκαριού 100 οικογενειών από τα βλαχοχώρια του των Γρεβενών. Αρχηγός της πρώτης ομάδας ήταν ο αρχιτσέλιγκας Γιώργος Μπουσμπούκης από την Αβδέλλα. Από την φάρα των Μπουσμπουκαίων προήλθαν αργότερα οι οικογένειες Γώγου ή Χατζηγώγου, Τσιάρα και Κουκόλη. Την πληροφορία για τον πρώτο οικιστή του Ξηρολιβάδου την έδωσε στον Αντώνη Μπουσμπούκη ο μακαρίτης Μήτρης Τσαλέρας, του οποίου η μνήμη για τα παρελθόντα ήταν μοναδική.
Η πρόσληψη νέων επωνύμων ήταν αναγκαία καθώς τα αδέλφια χώριζαν κι έπρεπε να ξεχωρίζουν, τόσο με τα επώνυμα όσο και με τα σημάδια των κοπαδιών, για να μη μπερδεύονται. Η οικογένεια του Χατζηγώγου μάλιστα συμπεθέριασε αργότερα με την οικογένεια των Μπαντραλεξαίων από το Κάτω Βέρμιο. Ο αρχικός πυρήνας συμπληρώθηκε από την οικογένεια Βράνα από την Αβδέλλα και την οικογένεια Χασιώτη από την Σαμαρίνα. Αυτοί εγκαταστάθηκαν για λόγους ασφάλειας όχι στη θέση του σημερινού χωριού, αλλά στους λόφους πίσω από την ‘Μπάρα’ στη θέση ‘Κουφάριανοι’. Ένα χρόνο αργότερα προστέθηκε και το φαλκάρι της οικογένειας Καπρίνη από τη Σαμαρίνα (20 οικογένειες) και σταδιακά αργότερα είχαμε αρκετά κύματα εποίκων περισσότερο πάλι από την Αβδέλλα. Ιδιοκτήτης του Ξηρολιβάδου ήταν ο Αλβανός Αντίμπεης από τα Γιάννενα, ο οποίος, λόγω της αστάθειας της περιοχής (μάστιγα των ληστών), το πούλησε στις αρχές του 20ου αιώνα στον γιατρό προύχοντα της Βέροιας Αναστάσιο Σιορμανωλάκη και τον Γιασέρμπεη (60.000 στρέμματα).
Οι Ξηρολιβαδιώτες ήταν ημινομάδες και για χειμαδιά χρησιμοποιούσαν τα χαμηλά υψώματα γύρω από την Βέροια. Από το 1856 κυρίαρχη οικογένεια ήταν αυτή του Χατζηγώγου, η οποία κατόρθωσε να έχει κτήματα-τσιφλίκια στις περιοχές Καλής Παναγιάς (Δοβρά), του Αγίου Ιωάννη (Τσαρκόβιανη) και μεγάλες χορτολιβαδικές εκτάσεις στις δυτικές πλευρές του Βερμίου, προς την Πτολεμαΐδα. Τα κοπάδια της οικογένειας Καπρίνη κατέβαιναν στους Γεωργιανούς (Τόπλιανη).
Σε αντίθεση με τους κατοίκους του Κάτω Βερμίου οι περισσότερες οικογένειες του Ξηρολιβάδου συγκεντρώνονταν, τον χειμώνα, μέσα στην πόλη της Βέροιας. Υπήρχαν, όμως, και οικογένειες που δεν ξέκοψαν εντελώς από τα παλιότερα θεσσαλικά χειμαδιά και μέχρι το 1912 πήγαιναν στο Δαμάσι Ελασσόνας. Άλλες έφθαναν και μέ-χρι τον Λαγκαδά (Μεγάλη Βόλβη).
Σχετικά με τον Λιόλιο τον Ξηρολιβαδιώτη οφείλουμε να τονίσουμε ότι ο ιστορικός της Βέροιας, Γιώργος Χ. Χιονίδης, έγραψε ένα συνοπτικό πόνημα με τίτλο ‘Λιόλιος Ξερολιβαδιώτης, ένας αγνοημένος Μακεδόνας αγωνιστής του ’21 και λίγα λόγια για την ιστορία του Ξερολιβάδου’, έκδοση του Τουριστικού Ομίλου Ξηρολιβάδου, Θεσσαλονίκη 1977, όπου εξιστορεί αναλυτικά την αγωνιστική δράση του κλεφταρματολού Λιόλιου. Για περισσότερες πληροφορίες, μπορεί κανείς να έχει σε αυτό πρόσβαση στο παρακάτω link της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Βέροιας: http://medusa.libver.gr/jspui/handle/123/1770. Περιληπτική αναφορά σε αυτό το βιβλίο κάνει, επίσης, ο Αναστάσιος Βασιάδης στο βιβλίο του με τίτλο ‘Ξηρολίβαδο χουάρα μουσιάτα, Ξηρολίβαδο όμορφο χωριό’, έκδοση Δήμου Βέροιας 2006, σελ. 31-33. Πρέπει επίσης να επαναδιατυπώσουμε τον τίτλο της πηγής που αναφέρθηκε προηγουμένως, ως εξής: Ιωάννου Πετρώφ, Περίδοξος κλεφτουριά της Μακεδονίας, βιογραφίαι 28 κλεφταρματολών της, εισαγωγή, μετά καταλόγου των ανεκδότων έργων του Πετρώφ, προσθήκαι και επιμέλεια Γεωργίου X. Χιονίδη, Θεσσαλονίκη 1972, σελ. 57-60.
Στο Ξηρολίβαδο υπάρχουν και Κουπατσαραίοι, καταγόμενοι από τα χωριά των Γρεβενών. Αυτοί ήλθαν σε επαφή και μάλιστα συγγενική με τους βλαχόφωνους του χωριού και σήμερα θεωρούνται και αυτοί Aρμάνοι/Βλάχοι (το πρώτο αυτοπροσδιορισμός το δε δεύτερο ετεροπροσδιορισμός), αφού η επιγαμία τους υφίσταται για αρκετές γενιές. Οι περισσότερες οικογένειες αυτών (για παράδειγμα οι Τσαμητραίοι) είχαν αρχικά στήσει τα καλύβια τους στη σημερινή Μικρή Σάντα (Τσαρκόβιανη) στα μέσα προς τέλη του 19ου αιώνα (περισσότερα για τη Τσαρκόβιανη παρακάτω). Στην αρχή είχαν τα χειμαδιά τους κάτω στον Αλιάκμονα (Αϊ Γιάννη), μετά στη Βέροια και γύρω από αυτήν. Κατόπιν σιγά σιγά στράφηκαν προς το Ξηρολίβαδο (αρχές 20ου αιώνα) για την θερινή διαμονή τους. Πρέπει να σημειωθεί ότι μερικοί Κουπατσαραίοι (π.χ. οικογένεια Χριστόδουλου) είχαν έλθει κατευθείαν από τα χωριά των Γρεβενών. Πάντως, όσοι βλαχόφωνοι και κουπατσαραίοι υπήρχαν στους οικισμούς Μικρής Σάντας και Καστανιάς, τελικά αποτραβήχθηκαν όλοι στο Ξηρολίβαδο. Οφείλουμε να επισημάνουμε ότι και οι κάτοικοι του Ξηρολιβάδου (μαζί με αυτούς του Σελίου) συμμετείχαν στα ατυχή επαναστατικά γεγονότα του 1878 (στην Πιερία και Ημαθία) και υπέστησαν τις επιβληθείσες συνέπειες από αποσπάσματα του Οθωμανικού στρατού.
Όπως και στο Κάτω Βέρμιο, έτσι και στο Ξηρολίβαδο στα τέλη του 19ου αιώνα ιδρύθηκε ρουμανικό σχολείο και η ρουμανική προπαγάνδα πήρε διάσταση στο χωριό λόγω της στάσης της οικογένειας Χατζηγώγου, μιας σημαντικής οικογένειας μεγαλοτσελιγκάδων, που ουσιαστικά διοικούσαν το χωριό και είχαν μεγάλη επιρροή στους Βλάχους της Βέροιας. Βέβαια, οι Χατζηγωγαίοι φαίνεται ότι στήριξαν την επανάσταση του 1878 (ο Γιώργης Χατζηγώγος ήταν πεθερός του Παύλου Μπαντραλέξη του Κάτω Βερμίου) και στην αρχή στήριξαν τις ελληνικές θέσεις. Αργότερα όμως παρουσιάζονται ότι υποστήριξαν τη ρουμανική κίνηση και σοβαρό ρόλο έπαιξε η συγγενική τους σχέση με τον πρωταγωνιστή της ρουμανικής προπαγάνδας Απόστολο Μαργαρίτη.
Σύμφωνα με τις στατιστικές και απογραφές, το χωριό πριν από το 1912 πρέπει να είχε 1.000 με 1.200 κατοίκους. Για πρώτη φορά οι Ξηρολιβαδιώτες γίνονται ιδιοκτήτες το 1937 (αρ. συμβολαίου 21542/11-5-1937) όταν οι Ν. Πράπας, Δ. Καπρίνης, Ι. Σαμαράς και Δ. Τσιαμήτρος ως πληρεξούσιοι 227 περίπου Ξηρολιβαδιωτών αγόρασαν τη περιοχή του Ξηρολιβάδου.
Μετά την απελευθέρωση δεν υπήρχε σταθμευμένη στρατιωτική δύναμη εκεί και το χωριό αναπτύχθηκε οικονομικά (κτηνοτροφία, οργανωμένα τυροκομεία, υφαντουργία, καλλιέργεια πατάτας, σίκαλης και κριθαριού, παραδοσιακά επαγγέλματα κλπ). Όμως, με την επελθούσα οικονομική κρίση, τις μεταναστευτικές εξόδους στη Ρουμανία το χωριό μειώθηκε περίπου κατά το ήμισυ και στον πόλεμο του 1940-44 κάηκε από τους Γερμανούς.
Στην δεκαετία του ΄50 το χωριό συνέχισε τη φθίνουσα πορεία σχετικά με την κτηνοτροφία, κτίστηκαν κάποια σπίτια, αλλά οι περισσότεροι κάτοικοι είχαν εγκατασταθεί οριστικά στη Βέροια. Από τη δεκαετία του ΄60 μέχρι και σήμερα νέα παραθεριστικά σπίτια από βλαχόφωνους και ελληνόφωνους (αγοραστές) κτίζονται, το χωριό ζωντανεύει στο πανηγύρι του Αϊ Λιά και συγκεντρώνει γύρω στους 1.000 παραθεριστές. Σήμερα αποτελεί εξαίρετο ορεινό θέρετρο με θαυμάσιο φυσικό περιβάλλον ιδιαιτέρου κάλλους (λιβάδι, μπάρα, πευκοδάσος κ.ά.).
Πρέπει να σημειωθεί ότι υπάρχουν στο χωριό δυο εκκλησίες: Η μια είναι του Προφήτη Ηλία στο λόφο του χωριού και η άλλη του Αγίου Αθανασίου στην ανατολική πλευρά του (προς τη Βέροια). Το καλοκαίρι γιορτάζεται το πανηγύρι του Προφήτη Ηλία (20 Ιουλίου) και στις 26 Ιουλίου γίνεται επίσης επίσκεψη-εκδρομή των κατοίκων στο πανηγύρι του Ιμπιλί (καλύβια Σαρακατσαναίων) και ταυτόχρονο προσκύνημα στο εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής εκεί. Το καλοκαίρι γινόταν/γίνονται πολλοί γάμοι στην εκκλησία του χωριού και ο Πολιτιστικός Όμιλος Ξηρολιβάδου (έτος ίδρυσης το 1965) διοργανώνει εντυπωσιακές πολιτιστικές εκδηλώσεις σε όλα τα επίπεδα (λαογραφικά, ψυχαγωγικά, αθλητικά, περιβαλλοντικά κ.ά.).
Αξίζει να αναφερθεί ότι, κατά τη κορυφαία εκδήλωση του χωριού (Πανηγύρι του Αϊ Λιά), μετά τη λειτουργία γίνεται το έθιμο των πλειστηριασμών των εικόνων και ακολουθεί η λιτάνευση αυτών, που έχει σαν κατάληξη στη Μπούνα στα βλάχικα (=καλό πηγάδι) στο τσαΐρι-λιβάδι (Πάντεα στα βλάχικα), όπου εκεί γίνεται ο αγιασμός των υδάτων. Ένα έθιμο που σταμάτησε πρόσφατα λόγω δασοπροστασίας ήταν το εξής: Οι Ξηρολιβαδιώτες την επόμενη της ημέρας του Προφήτη Ηλία είχαν την συνήθεια να εκδράμουν στα Πεύκα (Κινέτου στα βλάχικα), να ψήνουν αρνιά και να γλεντούν με παραδοσιακά όργανα, αποκορυφώνοντας έτσι το πανηγύρι.