Μετά την μάχη της Άγκυρας (1402) η ενότητα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αποκαθίσταται και επί Μουράτ Β΄ και Μεχμέτ Β΄ το Οθωμανικό κράτος οργανώνεται οριστικά. Η Κων/πολη πολιορκείται (δεν κατακτάται ακόμα, βέβαια), φθίνει, όμως πληθυσμιακά και οικονομικά, γιατί παρατηρείται κύμα εξόδου (καθώς και των περιχώρων) λόγω του τουρκικού κινδύνου.
Η Θεσσαλονίκη μετά την σύντομη Βενετοκρατία της (1423-1430) κυριεύεται από τους Οθωμανούς το 1430. Ωστόσο, διατηρείται το προνομιακό καθεστώς της (12μελές κοινοτικό συμβούλιο με διοικητική και δικαστική δικαιοδοσία που υπήρχε και επί Βενετοκρατίας).
Την ίδια χρονιά παραδίνεται και η πρωτεύουσα της Ηπείρου, τα Ιωάννινα και, σύμφωνα με τον ‘ορισμό Σινάν πασά’, οι Γιαννιώτες επιτυγχάνουν να έχουν προνόμια (επιβίωση χριστιανών τιμαριούχων, λειτουργία κοινοτικών θεσμών κ.ά.).
Εκείνη την εποχή οργανώνεται συστηματικά το παιδομάζωμα (στρατολογία χριστιανών υπηκόων), ταυτόχρονα δε ο Μουράτ Β΄ αναδιοργανώνει ριζικά το γενιτσαρικό σώμα. Οι δύο αυτοί θεσμοί είχαν μεταξύ τους σχέση, καθώς το πρώτο αποτελούσε γόνιμο φυτώριο γενιτσάρων. Γενικά οι γενίτσαροι στρατολογούνταν από χριστιανούς αιχμαλώτους και υπηκόους. Αυτοί ήταν ο μόνος καλά οργανωμένος τουρκικός στρατός και οι άτακτοι ήταν οι ακιντζήδες.
Υπήρχαν επίσης και, ως επικουρικά, τα υποτελή χριστιανικά στρατεύματα και οι χριστιανοί σπαχήδες (τιμαριούχοι που κράτησαν τα τιμάριά τους, συμπράττοντας με τους Τούρκους). Εδώ μας τονίζει ο Α. Βακαλόπουλος ότι οι σουλτάνοι ήταν ανεκτικοί απέναντι στους ‘άπιστους’, με τέτοιο αξιοθαύμαστο τρόπο, ώστε να συμπράττουν με τους ισχυρούς κατακτημένους, να τους στρέφουν εναντίον των ομοθρήσκων τους και με το πέρασμα των χρόνων να τους αφομοιώνουν.
Έτσι το οθωμανικό κράτος από τη μια μεριά προσέλκυε στρατιωτικά επικίνδυνους πληθυσμούς με παροχή προνομίων και από την άλλη αποδέσμευε δικές του στρατιωτικές δυνάμεις για να αντιμετωπίσει πολεμικές ανάγκες.
Ο Α. Βακαλόπουλος μας λέει ότι ο θεσμός των αρματολών δεν έχει διαλευκανθεί ιστορικά πλήρως, ωστόσο, θεωρεί ότι είναι δημιούργημα των συνθηκών της τουρκοκρατίας: σύμφωνα με το ευφυές, κατακτητικό τους πρόγραμμα, οι σουλτάνοι συνθηκολογούσαν με τους άγριους και σκληροτράχηλους ορεινούς πληθυσμούς της Πίνδου και των Αγράφων, τους έδιναν προνόμια, αυτοδιοίκηση και τους καθιστούσαν ένα είδος πολιτοφυλακής για την τήρηση της τάξης και τον έλεγχο των ορεινών διαβάσεων (αρματολοί).
Όπως είπαμε, οι επιδρομές των Τούρκων δημιουργούν οικονομική κατάπτωση και μείωση του πληθυσμού των αστικών κέντρων και της υπαίθρου των χριστιανικών χωρών. Από τα μέσα του 14ου αι. αρχίζει εποικισμός Τούρκων στην Θράκη, ενώ στα τέλη του ίδιου αιώνα έχουμε αντίστοιχο φαινόμενο στην Μακεδονία, στην Θεσσαλία και στις άλλες βορειότερες χώρες της Χερσονήσου του Αίμου.
Οι χριστιανικοί πληθυσμοί μετά την εγκατάσταση τουρκικών μαζών στον τόπο τους δεν αισθανόταν καλά και είχαν τάση φυγής. Αυτήν την τάση οι σουλτάνοι προσπάθησαν να την αναστείλουν, επαναφέροντας παλιούς κατοίκους και δίνοντας προνόμια σε όλους (παλιούς και νέους) και δυνατότητες οικονομικής τους ανάπτυξης. Έτσι οι κατακτητές κατορθώνουν να μη διακοπεί η οικονομική εξέλιξη του τόπου και οι πυρήνες της μακραίωνης οικονομίας να ριζώσουν και να αποδώσουν νέους καρπούς κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας.
Ο Γεμιστός, ο Κωνσταντίνος ΙΑ΄ Παλαιολόγος και ο Βησσαρίων υπήρξαν ηγετικές μορφές του νέου ελληνισμού και σε αυτούς ανήκουν δίκαια οι τελευταίες προσπάθειες ανασυγκρότησης του ελληνισμού. Ο Κωνσταντίνος ενσαρκώνει το μαχητικό πνεύμα του έθνους, ενώ ο μυστικιστής νεοπλατωνικός φιλόσοφος, Γεώργιος Γεμιστός, ήταν ο ανήσυχος άνθρωπος μιας νέας εποχής που έδινε υπόσταση στο νεοελληνικό και ευρωπαϊκό πνεύμα που ανέτελλε (κατηγορήθηκε από τον Γεώργιο Σχολάριο για ειδωλολατρικές τάσεις).
Ο καρδινάλιος Βησσαρίων, μαθητής του Γεμιστού, νηφάλιος και καλός γνώστης των ευρωπαϊκών κρατών, καθώς και με ένθερμη ελληνική εθνική συνείδηση, ενθαρρύνει τον Κωνσταντίνο με επιστολές να ενεργήσει σύμφωνα με τις αρχαίες ελληνικές αρχές (περηφάνια, ανδρεία, αξιοκρατία -‘αριστίνδιν’ και όχι ‘πλουτίνδιν’- ήθος, δικαιοσύνη κλπ). Ταυτόχρονα, βέβαια, του υποδεικνύει ως παράδειγμα και το δυτικοευρωπαϊκό πνεύμα με την ανάπτυξη των φυσικών επιστημών και της τεχνολογίας.
Οι τρεις αυτοί άντρες, ανεξάρτητα από τις ιδεολογικές τους αποκλίσεις, αντιλαμβάνονται τον κίνδυνο και προσπαθούν να ανοίξουν δρόμους σωτηρίας με ένα μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα που αποτελεί σταθμό στην εξέλιξη του νεοελληνικού έθνους και ορόσημο για την πραγματική του ελευθερία.
Ο Κωνσταντίνος, ως δεσπότης του Μυστρά, προσπάθησε να απομακρύνει τον τουρκικό κίνδυνο και βόρεια του Ισθμού, όμως, δυστυχώς απέτυχε. Μετά τον θάνατο του βασιλιά Ιωάννη Η΄ Παλαιολόγου στην Κων/πολη του 1448, ο Κων/νος στέφεται το 1449 βασιλιάς του Βυζαντίου, αφήνοντας τον Μυστρά στους δυο αδελφούς του, Θωμά και Δημήτριο. Το 1452 πεθαίνει ο Γεμιστός, γεμάτος πικρία από την ανικανότητα των αδελφών Παλαιολόγων.
Στην εποχή της διακυβέρνησης του Κων/νου Παλαιολόγου η χρήση του ονόματος ‘έλλην’ γενικεύεται, παρά την ψυχρή στάση της εκκλησίας (κατ’ αυτήν: έλλην = ειδωλολάτρης). Μάλιστα ο Ιωάννης Αργυρόπουλος, σπουδαίος τότε σύγχρονος βυζαντινός λόγιος, χρησιμοποιεί στα έργα του αυτό το όνομα. Μέσα στις συνειδήσεις των Ελλήνων βασιλεύει σύγχυση και ακρισία, λόγω κυρίως των διαφορετικών ιδεών Γεμιστού (ελληνολατρεία, ενωτικός κλπ) και Σχολάριου (ανθενωτικός). Οφείλουμε να σημειώσουμε ότι εκείνη την εποχή το όνομα ‘έλλην’ φαίνεται να έχει και την σημασία του υπερφυσικού όντος, με γιγάντιο σώμα και τρομερή δύναμη. Αυτό σώζεται ακόμα στις λαϊκές παραδόσεις του ελληνικού λαού.
Ο Μεχμέτ Β΄ (σ.σ. ο γνωστός ως Μωάμεθ Β΄ ο Πορθητής), που γίνεται για δεύτερη φορά σουλτάνος το 1451, πιστεύει σθεναρά στην κατάληψη της Κωνσταντινούπολης και προβαίνει στην πολιορκία της το 1453. Εν τω μεταξύ, η διαμάχη των ενωτικών με τους ανθενωτικούς μαίνεται στην πόλη με υποκινητή τον ανθενωτικό Σχολάριο (Γεννάδιο).
Η πολιορκία διήρκησε περίπου δυο μήνες (αρχές Απριλίου 1453 μέχρι 29 Μαΐου 1453). Οι αντίπαλες δυνάμεις ήταν φοβερά άνισες με επικρατούσες αυτές των Οθωμανών. Η γενναιότητα των Βυζαντινών και του βασιλιά Κωνσταντίνου είναι απαράμιλλη και συγκλονιστική. Ωστόσο, η Άλωση ήταν γεγονός! Η πτώση της Βασιλεύουσας είχε κοσμοϊστορική σημασία και για πολλούς αιώνες συγκίνησε και συγκινεί ακόμα τους καλλιτέχνες, ποιητές και σοφούς όλου του κόσμου. Πλείστες είναι οι παραδόσεις και οι θρύλοι του ελληνικού λαού για το γεγονός αυτό και ο Κωνσταντίνος Η΄ Παλαιολόγος γίνεται το σύμβολο των πόθων της ελευθερίας ολοκλήρου του έθνους.
(Πηγή: ‘Ιστορία του Νέου Ελληνισμού – Αρχές και διαμόρφωσή του’, σελ. 245-336, τόμος Α΄, του Α. Ε. Βακαλόπουλου, εκδ. οίκος Αντ. Σταμούλη)