Να μια λίστα με τις πιο ελκυστικές χώρες στον κόσμο για να μεταναστεύσει κάποιος για εργασία, σύμφωνα με επισκόπηση της Boston Consulting Group σε 366 χιλ. ανθρώπους σε 197 χώρες. Κάποια κοινά σημεία για τις 5 πρώτες χώρες της λίστας είναι οι σχετικά μικρές ασφαλιστικές εισφορές που οδηγούν σε χαμηλό μισθολογικό κόστος, η εργασιακή ευελιξία, και η υψηλή κινητικότητα των εργαζομένων.
Θετικό ρόλο επίσης παίζει και η γενικότερη εξωστρέφεια των χωρών αυτών απέναντι σε μετανάστες με υψηλά προσόντα.
Για παράδειγμα, το υπουργείο μετανάστευσης του Καναδά αναφέρει στην ιστοσελίδα του: «Εάν είστε ηλικίας μεταξύ 20 και 29 ετών, είστε καλά μορφωμένοι, έχετε δεξιότητες που χρειάζεται η χώρα και μπορείτε να μιλήσετε μία από τις δύο επίσημες καναδικές γλώσσες (Γαλλικά ή Αγγλικά), ο Καναδάς σας θέλει. Και ίσως θέλετε κι εσείς να έρθετε στον Καναδά, με δεδομένο ότι η χώρα προσφέρει υψηλό βιοτικό επίπεδο, καθολική υγειονομική περίθαλψη, πανέμορφη φύση και αποδέχεται τη πολυπολιτισμικότητα.» Κάτι παρόμοιο ισχύει και με την Αυστραλία.
Στην περίπτωση της Ελλάδας, φοβάμαι ότι ακόμα και σήμερα πολλοί ιθύνοντες αντιλαμβάνονται την ρύθμιση της αγοράς εργασίας ως βασικό πυλώνα ενός (εν τέλει αναποτελεσματικού) κράτους πρόνοιας, και όχι ως έναν μηχανισμό που προωθεί την επιχειρηματικότητα και δίνει κίνητρα εργασίας και ευκαιρίες σε όλους τους πολίτες.
Διάβασα πρόσφατα μια εξαιρετική περίληψη της κατάστασης στην ελληνική αγορά εργασίας, όπως έχει διαμορφωθεί τα τελευταία χρόνια από τους πανεπιστημιακούς Λυμπεράκη, Μεγκίρ και Νικολίτσα (τίτλος: “Labour Market Regulation and Reform in Greece”). Οι προτάσεις τους θα έπρεπε να αποτελέσουν αντικείμενο μελέτης για όλα τα πολιτικά κόμματα.