Προτάσεις της Σοβιετικής κυβέρνησης (ΕΣΣΔ) πριν την Μικρασιατική καταστροφή. Τι θα κέρδιζε η Ελλάδα αν γινόταν αποδεκτές
Η εκστρατεία στη Μ. Ασία άρχισε με την αποστολή της Α’ Ελληνικής Μεραρχίας στη Σμύρνη, το Μάιο του 1919. Ένα όνειρο που πνίγηκε στο Σαγγάριο και χάθηκε η Ιωνία!
Η Ελλάδα χρησιμοποιήθηκε από την Αγγλία για ίδιο όφελος, που ήθελε να εγκαταστήσει φίλια φυλάκια στο δρόμο του πετρελαίου της Μ. Ασίας και ιδιαίτερα στην περιοχή της Μοσούλης.
Επειδή οι δυνάμεις της Αγγλίας δεν επαρκούσαν για το σκοπό αυτό, χρησιμοποιήθηκε η Ελλάδα ως «χωροφύλακας»!
Η κυβέρνηση Βενιζέλου το δέχτηκε αυτό, με την ελπίδα να κρατήσει αυτά τα Ελληνικά εδάφη. Αυτό όμως, όπως αποδείχτηκε, ήταν αδύνατον να επιτύχει μακροπρόθεσμα, διότι στρατιωτικά και οικονομικά δεν μπορούσε να σηκώσει αυτό το βάρος. Από την άλλη όμως συσπείρωσε τον τουρκικό εθνικισμό του Κεμάλ, κάτι που χειροτέρεψε την κατάσταση εις βάρος των Ελληνικών προθέσεων.
Ήταν κάτι που είχε προβλέψει ο Ιωάννης Μεταξάς όταν είπε στον Βενιζέλο «την Μ. Ασία και να μας την χαρίζουν, δεν πρέπει να δεχτούμε να την πάρουμε. Γιατί, απλά, δεν μπορούμε να την κρατήσουμε»… και αυτό ήταν η μια πλευρά της διαφωνίας τους.
Σοβιετικές προτάσεις μεσολάβησης
Και ενώ η κρίση της Μικρασιατικής επιχείρησης πλησίαζε στο μοιραίο τέρμα της, η Σοβιετική Ένωση έστειλε στην Αθήνα μυστικό απεσταλμένο της για να συναντήσει τον τότε γραμματέα του Κομμουνιστικού Κόμματος Γιάννη Κορδάτο και μέσω αυτού να προτείνει στην ελληνική κυβέρνηση τη μεσολάβηση της ΕΣΣΔ στην ελληνοτουρκική διένεξη.
Η πρόταση του απεσταλμένου της ΕΣΣΔ ήταν να υπογραφεί ανακωχή με αντάλλαγμα την αυτονομία της Σμύρνης και της γύρω περιοχής της, που κατοικούνταν από συμπαγή ελληνικό πληθυσμό. Να πως διηγείται ο αείμνηστος Γιάννης Κορδάτος στον 13ο τόμο της ιστορίας του της Ελλάδας το γεγονός (σ.566 κ.ε): «Στις κρίσιμες αυτές μέρες που περνούσε η Ελλάδα, ήρθε από τη Μόσχα ένας απεσταλμένος της Τρίτης Διεθνούς και του υπουργείου Εξωτερικών και Στρατιωτικών. Είχε διαβατήριο σουηδικό. Έμεινε στο ξενοδοχείο «Ήβη» στην αρχή και ύστερα στο «Πάγγειο». Είχε κατηγορηματική εντολή να συναντήσει τον γραμματέα του Σοσιαλεργατικού Κόμματος (Κομμουνιστικού) και μόνον αυτόν. Γραμματέας τότε ήταν ο συντάχτης τούτης της ιστορίας, γιατί ο Ν. Δημητράτος είχε παραιτηθεί ή πιο σωστά παραμεριστεί.
Η πρώτη συνάντησή του με το Ρώσο απεσταλμένο έγινε στους «Αέρηδες», στο τέρμα της οδού Αιόλου. Η δεύτερη στην Ακρόπολη και η τρίτη στην Κηφισιά.
Ο σοβιετικός απεσταλμένος, αφού έδειξε τα διαπιστευτήριά του, που είχαν την υπογραφή του Ζηνιόβεφ καθώς και του Τρότσκι και Τσιτσέριν, μου ανακοίνωσε τα εξής: «Η ΕΣΣΔ είναι πρόθυμη να βοηθήσει την Ελλάδα να βγει από το αδιέξοδο της μικρασιατικής εκστρατείας. Πρώτα θα παύσει να ενισχύει υλικώς και ηθικώς τον Κεμάλ και δεύτερον θα ασκήσει όλη την επιρροή της να αυτονομηθεί μια παραλιακή ζώνη της Μικρασίας, όπου κατοικούν πολλοί χριστιανοί. Για να εξασφαλιστεί η αυτονομία της περιοχής αυτής, θα σταλεί διεθνής στρατός από Ελβετούς, Σουηδούς και Νορβηγούς, από χώρες δηλαδή που δεν πήραν μέρος στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο.
Για να υποστηρίξει την άποψη αυτή η ΕΣΣΔ ζητεί σαν αντάλλαγμα την αναγνώρισή της, έστω και ντε φάκτο».
Ομολογώ πως η πρόταση αυτή μου έκανε κατάπληξη. Ρώτησα να μάθω από ποιες αιτίες έγινε η στροφή αυτή. Και πήρα την εξής απάντηση: «Το κίνημα του Κεμάλ είναι απελευθερωτικό και σαν τέτοιο το υποστηρίξαμε όσο μπορούσαμε. Δεν έχουμε όμως καμιά εγγύηση αν ύστερα από την ολοκληρωτική επικράτησή του, οι παλιές αντιδραστικές δυνάμεις στην Τουρκία (μπέηδες και πασάδες) δεν πάρουν αυτοί τα ηνία της εξουσίας. Έχουμε το παράδειγμα της νεοτουρκικής επανάστασης του 1908. Αλλιώτικα ξεκίνησαν οι Νεότουρκοι και αλλιώτικα πολιτεύτηκαν. Κατάντησαν τελευταία λακέδες του γερμανικού ιμπεριαλισμού και μιλιταρισμού. Ο Κεμάλ έχει γόητρο για την ώρα, αλλά οι στρατηγοί και πολιτικοί που τον υποστηρίζουν – έξω από λίγες εξαιρέσεις – είναι αντιδραστικοί. Ήδη έχουμε όχι ενδείξεις αλλά αποδείξεις, ότι έχουν μυστικές επαφές με τους Γάλλους κεφαλαιοκράτες και ιμπεριαλιστές και αύριο μεθαύριο, αν νικήσουν και διώξουν τους Έλληνες από την Μ. Ασία και Θράκη, η Τουρκία με τον Κεμάλ ή χωρίς τον Κεμάλ θα προσανατολιστεί προς τη Δύση.
Η αστική τάξη της Τουρκίας είναι αδύναμη να συνεχίσει μόνη της την αναδιοργάνωση της χώρας της. Θα κάνει μεταρρυθμίσεις, αλλά δεν θα μπορεί να σταθεί στα πόδια της, αν δεν πάρει δάνεια από την Γαλλία ή Αγγλία, και, όπως ξέρετε, τα δάνεια υποδουλώνουν τις χώρες που τα παίρνουν. Γι αυτό θέλουμε να μείνουμε οι Έλληνες στη Μικρασία, όχι από κούφιο αισθηματισμό, αλλά από ρεαλιστική αντίληψη για το αύριο και μεθαύριο. Οι μειονότητες στην Τουρκία στάθηκαν τροχοπέδη στον ολοκληρωτικό εξισλαμισμό της Βαλκανικής και Ανατολής και από την άλλη έγιναν η πηγή που τροφοδότησε τα εθνικά απελευθερωτικά κινήματα των λαών της Βαλκανικής από το 1770 ως τα χθες».
Πώς μπορούσε όμως να ’ρθει σε επαφή ο σοβιετικός απεσταλμένος με την κυβέρνηση; Αυτό ήταν το άλυτο πρόβλημα. Δηλώθηκε σ’ αυτόν πως το Σοσιαλεργατικό (Κομμουνιστικό) Κόμμα είναι μικρό και δεν παίζει ενεργητικό ρόλο στην πολιτική ζωή της χώρας. Συνεπώς ο γραμματέας του δεν έχει το ανάλογο κύρος για να διαπραγματευτεί μυστικά ένα τόσο λεπτό και σπουδαίο ζήτημα.
Ο σοβιετικός όμως απεσταλμένος επέμενε και δέχθηκε να αρχίσει η επαφή με τον αρχηγό της αντιπολίτευσης Στράτο. Ύστερα από την επιμονή του, αναγκάστηκα να ζητήσω ακρόαση από τον Στράτο. Με πολλές επιφυλάξεις και προεισαγωγές, για το ποιος ήταν ο σκοπός της επίσκεψής μου, μπήκα στο θέμα.
Ο Στράτος με άκουσε με μεγάλη προσοχή: «Είμαι σύμφωνος, μου είπε. Αυτές τις μέρες θα έχουμε κυβερνητική μεταβολή και αν πετύχει ο αρχιστράτηγος Παπούλας, τότε όλα θα πάνε καλά. Αν σχηματίσω κυβέρνηση θα σας ειδοποιήσω αφού μελετήσω τους φακέλους του υπουργείου των Εξωτερικών και ιδώ ότι δεν υπάρχει ανυπέρβλητον εμπόδιον από τους Άγγλους και Γάλλους, θα σας ειδοποιήσω να με φέρετε εις επαφήν με τον Ρώσον απεσταλμένον. Κρίνω όμως καλόν, αν σας είναι εύκολον να κάνετε βολιδοσκόπησιν εις τον Αντώνιον Καρτάλην, τον συμπολίτην σας. Ίσως εκμαιεύσετε τας διαθέσεις της κυβερνήσεως».
Και την τελευταία στιγμή, όταν τον αποχαιρετούσα, σφίγγοντας το χέρι μου και κοιτάζοντάς με κατάματα, πρόσθεσε: «Έχω εμπιστοσύνη ότι τα όσα σας είπα για τον Παπούλα και τον Γούναρη, θα μείνουν αναμεταξύ μας. Προσέξατε όμως κατά την έξοδον, οι Γουναρικοί σπιούνοι παρακολουθούν την οικίαν μου και τας κινήσεις μου. Προσοχή και στο καλό».
Την άλλη μέρα επισκέφτηκα τον Αντ. Καρτάλη στο ξενοδοχείο της «Αγγλίας» όπου έμενε. Ήταν υπουργός και από τους παράγοντες μάλιστα του γουναρισμού.
Όταν του έκανα νύξεις για τη μεσολάβηση της Σοβιετικής Ρωσίας (χωρίς να του πω πως ήταν εδώ απεσταλμένος των Σοβιέτ) με έβρισε και με έδιωξε: «Παλιόπαιδο, από πότε έγινες πολιτικός αρχηγός ώστε να τολμάς να συζητάς για τόσο σπουδαία ζητήματα; Άιντε να χαθείς! Αν δεν ήσουν παιδί του Κωστή (ο Κωστής ήταν ο πατέρας μου), που τον ξέρω πολύ καλά και έχω κοιμηθεί το 1900 στο σπίτι σας, στη Ζαγορά, θα σε παρέδιδα στο Γάσπαρη (τον διευθυντή της αστυνομίας) να σου βάλει με το βούρδουλα μυαλό. Ακούς εκεί, να τολμάς να λες πως οι Μπολσεβίκοι, οι άθεοι, οι καταδρομείς και λυμεώνες της Μεγάλης Ρωσίας, μπορούν να μεσολαβήσουν και να μας βγάλουν από το αδιέξοδο της Μικρασιατικής εκστρατείας! Αυτοί, βρε, είναι νηστικοί και πεινούν. Ήρθεν η ώρα τους, σε 5-6 μήνες θα τους λιντσάρει ο ρωσικός λαός!… Από τα λόγια αυτά του Καρτάλη καταλαβαίνει ο καθένας πόση μούχλα είχαν στο κεφάλι τους οι συνεργάτες του Γούναρη».
Ήταν μια καλή πρόταση, μια ευκαιρία να υπογραφεί ανακωχή με κέρδη για την Ελλάδα. Ο πολιτικός κόσμος όμως, είτε από πολιτική μυωπία, είτε δεμένος με ξένα (αγγλικά) συμφέροντα, λειτούργησε όπως λειτούργησε και η Ιωνία ολόκληρη χάθηκε!
Βιβλιογραφία: «Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας» – Τάσος Βουρνάς.