Η Μάχη της Σαμαρίvας.
(απόσπασμα από την έκδοση ΟΡΟΣΗΜΑ, 2006, του Αλεξ. ΤΖΙΟΛΑ)
Ενώ τα ελληνικά στρατεύματα συμπλήρωναν την κατάληψη των θέσεων στη περιοχή του υψώματος Αννίτσα οι ιταλικές δυνάμεις είχαν καταλάβει την διάβαση Ρωμηός και το Βούζι και το πρωί της 2ας Νοεμβρίου συνέχιζαν την κάθοδο με ταχύτητα προς Κύρκουρη (υψ. 1858) και Ρέντα (υψ. 1706). Στις 9 το πρωί ο ταξίαρχος αφού έλεγξε την πληροφορία ότι οι ιταλικές δυνάμεις συγκεντρώνονταν στη Σαμαρίνα με πιθανό σκοπό να επιτεθούν στο αριστερό και ευάλωτο τμήμα της 1ης Μεραρχίας, αποφάσισε να επιτεθεί. Το μεσημέρι είχε ήδη φτάσει στο Δοτσικό το 1ο σύνταγμα ιππικού και η β’ ομάδα αναγνώρισης. Όλες προωθήθηκαν στη Σκούρτζα.
Η επίθεση έγινε με άξονες επίθεσης Αννίτσα-Ρέντα (1ο τάγμα) και Μπαλή-Ρέντα (ελαφρά ίλη) με σκοπό την κατάληψη του υψώματος Ρέντα. Η επίθεση άρχισε ακατάλληλη μεσημεριανή ώρα με με δεδομένο τη μικρή διάρκεια της ημέρας και ενώ οι ιταλικές δυνάμεις δεν έδειξαν ότι αιφνιδιάστηκαν. Τα ελληνικά τμήματα ήταν εκτεθειμένα στα ιταλικά πυρά λόγω της μορφολογίας του εδάφους, μειονεκτούσαν αριθμητικά ενώ δεν διέθεταν ούτε όλμους, ούτε πυροβολικό αλλά μόνο οπλοπολυβόλα ενώ οι Ιταλοί χρησιμοποιούσαν άριστα το άφθονο πυροβολικό τους. Η νύκτα βρήκε τις δυνάμεις καθηλωμένες. Είχε ήδη φτάσει στο Δοτσικό και το ΙΙΙ Τάγμα που είχε ξεκινήσει υπό συνεχή βροχή και με αδιάκοπη πορεία από την Καλαμπάκα την 29 Οκτωβρίου. Την επόμενη μέρα η επίθεση ξεκίνησε την 10ην πρωινή αφού ολόκληρη η κοιλάδα ήταν καλυμμένη με ομίχλη. Η κινήσεις ήταν προς Ρέντα, προς Κύρκουρη και προς Σαμαρίνα. Οι Ιταλοί πρόβαλλαν λυσσαλέα αντίσταση αλλά εκτίμησαν τελικώς ότι έπρεπε να συμπτυχθούν στο Δίστρατο λόγω της υπερβολικής συγκέντρωσης δυνάμεων στον τόσο μικρό και εκτεθειμένο χώρο της Σαμαρίνας και εγκατέλειψαν τις θέσεις τους. Είχαν ήδη ανοίξει και το μέτωπο προς Βωβούσα, για διείσδυση προς Μέτσοβο, με σφοδρή επίθεση όπου αμύνονταν τα συμπτυχθέντα τμήματα του λόχου Παπά που κρατούσαν την μοναδική ημιονική οδό Βωβούσα-Δίστρατο.
Ελληνικές δυνάμεις προωθήθηκαν παράλληλα από Καλαμπάκα προς Μέτσοβο μέσω κατάρας όπου και εδώ οι διαβάσεις ήταν σε άθλια κατάσταση. Προηγήθηκε ο βομβαρδισμός της Λάρισας από ιταλικά αεροπλάνα ενώ η ιταλική αεροπορία σφυροκοπούσε συνέχεια της ελληνικές δυνάμεις που προωθούνταν προς Μέτσοβο και προς Σαμαρίνα. Την 4η Νοεμβρίου οι Ιταλικές δυνάμεις συμπτύσσονται εκ νέου αφήνοντας τους πρώτους 11 αιχμαλώτους στη Σαμαρίνα και 35 νεκρούς μεταξύ των οποίων και 1 αξιωματικό στη Βωβούσα.
Η προώθηση των ελληνικών στρατευμάτων συνεχίζονταν προς Μέτσοβο και Σαμαρίνα από Λάρισα μέσω Καλαμπάκας και από Θεσσαλονίκη προς Δυτικό Μέτωπο. Όλα έγιναν μέσα σε τρεις μέρες!
Η μεραρχία Ιππικού με τα διατεθέντα τμήματα πεζικού συνέχισαν την επίθεση στο Δίστρατο. ΟΙ ελληνικές δυνάμεις άρχιζαν την μεγάλη εποποιία του Αλβανικού μετώπου του 1940.
Η συμμετοχή του Λαού και οι συνθήκες του αγώνα μέσα από αφηγήσεις στρατιωτών.
Συγκλονιστικές είναι οι περιγραφές και οι αφηγήσεις Ελλήνων στρατιωτών που κινήθηκαν στην περιοχή του μετώπου από Καλαμπάκα μέχρι Αννίτσα και είναι καταγραμμένες στα αρχεία του Γ.Ε.Σ. :
«Η πορεία μας ήταν ολονύκτια. Περνώντας από ένα χωριό Αετιά, που την ώρα αυτή πλήρης ησυχία βασίλευε στο πέρασμά μας, άνοιγε κάθε τόσο ξαφνικά και μία πόρτα και μέσα από εκεί πρόβαλλε όλη η οικογένεια με τα νυκτικά της, όπως ήταν, για να μας χαιρετήσουν και να μας ευχηθούν: ”Η Παναγιά μαζί σας”.
Εξω από τα γραφεία της κοινότητας ενός άλλου χωριού Πρόσβορο, ένα γέρος μέχρι 80 χρονών περίμενε ξάγρυπνος να μας οδηγήσει ο ίδιος μέχρι το Δοτσικό. Έξω από τα γραφεία της Κοινότητας ενός άλλου χωριού Πρόσβορο, ένα γέρος μέχρι 80 χρονών Περίμενε ξάγρυπvoς να μας οδηγήσει ο ίδιος μέχρι το Δοτσικό. Μερικά όμως ελληνόπουλα Που Περίμεναν την ίδια ώρα για τον ίδιο σκοπό τους απάλλαξαν από ΤΟΥ κόπο. Όταν φτάσαμε στο Δοτσικό τρία ελληνικά αεροπλάνα που είχα σταλεί προς ενίσχυση του Ιππικού για την κατάληψη ορισμένων διαβάσεων και υψωμάτων διέγραφαν κύκλους υπεράνω μας, αντικρίζοντας τα για πρώτη φορά από την κήρυξη του πολέμου, γεμάτοι υπερηφάνεια ζητωκραυγάζαμε. Στο Δοτσικό που οι κάτοικοι του σχεδόν το είχαν εγκαταλείψει ένας γέρος που απέμεινε μας πλησίασε και μας είπε «Εκεί ψnλά παιδιά μου φάνηκαν χτες οι Ιταλοί αλλά ο στρατός μας του τσάκισε. Τώρα που κι εσείς θα περάσετε για τη Σαμαρίνα θα δείτε πόσα πτώματα υπάρχουν στις χαράδρες και τι υλικό μας άφησαν που το πετούσαν για να σωθούν. .. Ναι παιδιά μου θα τα δείτε όλα αυτά που σας λέω τώρα που θα πάτε προς τα εκεί….».
Και όσο μας μιλούσε ο σεβάσμιος αυτός γέρovτας τόσο τα δάκρυά του βούρκωναν τα μάπα του από συγκίvnσn. Αλήθεια δεν είχε άδικο. Όσο ανηφορίζαμε τις απότομες βουνοπλαγιές ο πόλεμος πούχε περάσει πριν 24 ώρες απ’ εκεί είχε αφήσει βαθιά τα ίχνη του.
Θα ήταν τρεις ώρες περίπου μετά τα μεσάνυκτα όταν ύστερα από την εξαντλητική ανηφορική πορεία μας από το Δοτσικό βρεθήκαμε σε μια γυμνή κορυφή που ο Βοριάς κυριολεκτικώς μας θέριζε. Το κρύο ήταν τσουχτερό και ξύλα για την φωτιά δεν υπήρχαν. Πρέπει δε να τονισθεί ιδιαίτερα ότι για να προλάβουμε ώστε ο εχθρός να μη κατορθώσει και διεισδύσει περισσότερο στο έδαφός μας, αναγκαστήκαμε και φορτώσαμε τα κλινοσκεπάσματα ως και τις χλαίνες μας ακόμα πάνω στα μεταγωγικά που μας ακολουθούσαν ξοπίσω κι έτσι βρεθήκαμε εκεί πάνω χωριά αυτά, τουρτoυρίζovτας ώσπου να ξημερώσει. Σε όλες αυτές της πορείες μας δημόσιο δρόμο δεν συναντήσαμε πουθενά, παντού, κατσάβραχα, μονοπάτια, γιδόστρατα… θαρρούσες πως περνούσαμε τα απόκρυφα βουνά των Ιμαλαίων.
Επι τέλους ξημέρωσε. Η πορεία μας όμως έπρεπε να συνεχισθεί και μάλιστα με μεγαλύτερο ρυθμό και πριν ακόμα εμφανισθούν τα εχθρικά αεροπλάνα και μας πυροβολήσουν. Eυρισκόμεθα ήδη στο πεδίο της μάχης. Ευτυχώς κατά την πορεία μας αυτή πυκνή ομίχλη κάλυπτε την περιοχή που διαλύθηκε περί την μεσημβρία οπότε και βρισκόμασταν στο ύψωμα Σκούρτζα με κατεύθυνση τη Σαμαρίνα και τόπον προορισμού το ύψωμα Pέvτα. Το ιππικό όμως και μία πυροβολαρχία που είχαν φτάσει νωρίτερα συνεπλάκησαν με το 8ο σύνταγμα Aλπινιστών της μεραρχίας “Τζούλια” το οποίον έτρεψαν σε άτακτον φυγήν”. Δυστυχώς όμως λόγω υπερβολικής κόπωσης δεν κατορθώσαμε να φτάσουμε στο ύψωμα Pέvτα και διανυκτερεύσαμε στον αυχένα Σκούρτζα συνεχίζovτες την πορεία την επομένη.
Μόλις ξημέρωνε. Το πρωινό αεράκι μέσα από τους κέδρους και τα έλατα μαζί με την υγρασία από την νύκτα μας πάγωνε τα πρόσωπα. Τα πόδια μας είχαν ξυλιάσει. Ο αντίλαλος των κανονιών και των εκρήξεων, οι πολυβολισμοί και οι όλμοι που έσκαζαν πιο κάτω προς την Σαμαρίνα που δεν ήταν μακρύτερα μας από τέσσερις ώρες μας έρχονταν μέσα από τα άγρια φαράγγια των βουνών και αυτό σήμαινε ότι η μάχη εξακολουθούσε με πείσμα.
Πάνω από τις κορυφές των βουνών και τις σκοτεινές χαράδρες οι πρώτες ακτίνες του ανατέλλοντος ηλίου έπεφταν στα σκυθρωπά και μαύρα από τα γένια πρόσωπά μας. Είχαμε πάρει μία αλλόκοτη όψη, ο πόλεμος μας είχε αγριέψει. Τα αεροπλάνα παρενοχλούσαν την πορεία μας. Και όσο προχωρούσαμε διαβαίνοντας μεσ’ από το έλατα σφαίρες πεταμένες εδώ κι εκεί, κιβώτια πυρομαχικών πεταμένα και άθικτα, τουφέκια και όλμοι εγκαταλειμμένοι, υγειονομικό υλικό ανακατωμένο με τρόφιμα και αλληλογραφία, γυλιοί και σακίδια και μέρτες με μονδολίνα και καπέλα με φτερά και ασύρματοι ήταν το υλικό που πετούσαν οι Ιταλοί φεύγοντας για να σωθούν. Εκεί μεσ’ τις χαράδρες ζώα σκοτωμένα τυμπανισμένα και ανθρώπινα μέλη, ποιος ξέρει ποία οβίδα τα είχε εκσφενδονίσει εκεί και γέρικα έλατα που τα εσεβάσθηκε ο χρόνος και τα στοιχεία της φύσεως κατάκοιτα τραυματισμένα, μας φανέρωναν όλη την αγριότητα και τη φρίκη του πολέμου που μόλις είχε περάσει από εκεί. Μας φανέρωναν όμως και με πόση λύσα οι δικοί μας παρέσυραν στην ορμή τους τα πάντα ανατρέποντας τις πάνοπλες εχθρικές δυνάμεις του 8ου συντάγματος των αλπινιστών της μεραρχίαs Τζούλια. Ανηφορίζαμε τώρα ένα άλλο ύψωμα που πίσω από αυτό ευρίσκετο η Ρέντα.
Ο βοριάς ούρλιαζε μέσα στα δάση. Και καθώς προχωρούσαμε ξαφνικά σταμάτησαν οι πρώτοι της φάλαγγας και σε λίγο ολόκληρη η φάλαγγα. Τι συνέβαινε !
Ένας νωπός τάφος ενός άγνωστου ήρωα που μόλις είχε πέσει υπέρ πατρίδος. Το αόριστο μουρμούρισμα των φυλλωμάτων των δένδρων ήταν το μοιρολόι της μητέρας φύσης. Ο τάφος απέριττος. Ένας ξύλινος σταυρός φτιαγμένος από ξύλα κυβωτίου πυρομαχικών, λίγα κλωνάρια ελάτης και μερικά αγριολούλουδα πού ‘χαν ρίξει από πάνω, οι συνάδελφοι του με την καραβάνα του αvτί γιa κράνος – που ήταν τόσο απαραίτητο – και τα στοιχεία του χαραγμένα από πισω. Π. Γ. με ημερομηνία 3-11-40, σκέπαζαν το χώμα κάτω από το οποίο ο αθάνατος νεκρός εκοιμάτο τον αιώνιο ύπνο του.
Οι επι κεφaλής αξιωματικοί πλησίασαν τον τάφο, χαιρέτησαν και συνέχισαν την πορεία τους, ενώ εμείς, ολόκληρη n φάλαγγα καθώς περνούσαμε κοντά του, αποκαλυπτόμεθα και χωρίς μιλιά βαδίζαμε, απoδίδovτας έτσι απλά τις τις τιμές σ’ έναν ήρωα νεκρό, όπως η ανάγκη της περιστάσεως μας επέβαλλε.
Eίχαμε ανεβεί πιά στην κορυφή και τώρα κατηφορίζαμε από το πίσω μέρος του υψώματος. Ένα μονοπάτι που ‘χαν χαράξει τα ίχνη των αλόγων στο έδαφος, οδηγούσε προς την Ρέντα, ενώ κάτω αριστερά και σχεδόν απέναντί μας στους πρόποδες του Σμόλικα απλώνονταν κατάλευκο κι ερειπωμένο το ωραίο χωριό της Σαμαρίνας».
2. Νοεμβρίου. 1940 : Μια ημέρα ορόσημο για την έκβαση του αγώνα.
Το πρωί της 2ας Νοεμβρίου 1940 ένα αναγνωριστικό Bréguet Bré 19 (βλ. Εικ.) με παρατηρητή τον Ανθυποσμηναγό Δημήτρη Καρακίτσο και χειριστή το Σμηνία Ιωάννη Κατσούλα, ανέλαβε αποστολή αναγνώρισης της Πίνδου.
Εικ. Αναγνωριστικό αεροπλάνο τύπου Bréguet 19 της Πολεμικής μας Αεροπορίας του 1940.
Το αεροσκάφος κατέβηκε σε χαμηλό ύψος και πετώντας παράτολμα ανάμεσα στις κορυφές των βουνών εντόπισε την συγκέντρωση των Ιταλών αλπινιστών στην οδό Σαμαρίνας-Δίστρατου. Οι Ιταλοί που δεν πίστευαν πως αεροπλάνο μπορεί να πετάξει τόσο χαμηλά με τόσο άσχημο καιρό μόλις είδαν το αεροπλάνο το θεώρησαν δικό τους και άπλωσαν το κόκκινο ημικυκλικό πλαίσιο αναγνώρισης.
Η πανίσχυρη επίλεκτη Μεραρχία «Julia» είχε εντοπιστεί!
Το Στρατηγείο Κοζάνης αξιοποιώντας την πληροφορία ενήργησε αστραπιαία με αποτέλεσμα την ταχεία προώθηση από τη Θεσσαλονίκη της Μεραρχίας Ιππικού, η οποία κατέλαβε τη στενωπό του Μετσόβου για να εμποδίσει την προέλαση του εχθρού. Το απομεσήμερο, τρία αναγνωριστικά-ελαφρά βομβαρδιστικά Bréguet εξαπέλυσαν επίθεση εναντίον της ιταλικής Μεραρχίας βομβαρδίζοντας και πολυβολώντας την από χαμηλότατο ύψος. Ο εντοπισμός της «Julia» επηρέασε ουσιαστικά την εξέλιξη του αγώνα. Αν δεν είχε εντοπιστεί έγκαιρα και κατόρθωνε να προελάσει προς το Μέτσοβο, η κατάσταση θα απόβαινε κρίσιμη για τις ελληνικές δυνάμεις και ίσως ο πόλεμος –κατά τη γνώμη στρατιωτικών παρατηρητών– να τερματιζόταν στο σημείο εκείνο.
http://alextziolas.blogspot.com/
https://www.facebook.com/alexander.tziolas.3
ΤΕΛΟΣ.
c
1 comment
“11 αιχμαλώτους στη Σαμαρίνα”. Τι απέγιναν οι αιχμάλωτοι Ιταλοί;