Στα χέρια των επόμενων φαίνεται ότι θα σκάσει μια ακόμη «καυτή πατάτα», αυτή της πώλησης των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ, για την οποία η κυβέρνηση εμφανίζεται να κάνει ό,τι περνά από το χέρι της για να κρατήσει ζωντανό το διαγωνισμό.
Σε αυτή τη λογική εντάσσεται και η πολλοστή παράταση στην υποβολή προσφορών για τις 6 Φεβρουαρίου, που έδωσαν προχθες οι Βρυξέλλες, εγκρίνοντας το αίτημα του υπουργείου Ενέργειας, προκειμένου το τελευταίο να δείξει ότι εξαντλεί κάθε περιθώριο ώστε να πετύχει ο διαγωνισμός.
Στη πραγματικότητα ο χρόνος που αγοράζει ο κ. Σταθάκης από τις Βρυξέλλες δεν είναι μόνο για να κρατήσει ζωντανό το επενδυτικό ενδιαφέρον, όπως παρουσιάζεται προς τα έξω, αλλά και για τη πολιτική διαχείριση μια τυχόν αποτυχίας του εγχείρηματος, το οποίο πηγές του ίδιου του υπουργείου, αναγνωρίζουν ότι είναι ανάμεσα στα πιθανά σενάρια.
Σε μια υπόθεση που ο υπουργός διαβλέπει τον κίνδυνο να περάσει κάτω από τον πήχη που ο ίδιος είχε κάποτε σηκώσει ψηλά, χαρακτηρίζοντας την ως μια από τις κορυφαίες μεταρρυθμίσεις στο χώρο της ενέργειας και διαβεβαιώνοντας ότι θα υπάρξει το επενδυτικό ενδιαφέρον, δεν πρέπει να παραμείνει η παραμικρή αμφιβολία ότι ο ίδιος δεν εξάντλησε κάθε πιθανότητα για την επιτυχία της.
Το υπουργείο γνωρίζει ότι είναι υπαρκτό το αρνητικό σενάριο να μην εμφανιστεί κανείς στο διαγωνισμό ή ακόμη και αυτοί που θα προσέλθουν να καταθέσουν τιμήματα τα οποία δεν θα μπορούν να γίνουν αποδεκτά από τη ΔΕΗ, επομένως παίρνει τα μέτρα του για την όσο το δυνατόν καλυτερη διαχείριση μιας αποτυχίας.
Ενώ πριν από μερικούς μήνες διεμμήνυε με κάθε ευκαιρία ότι θα υπάρξει η μέγιστη δυνατή συμμετοχή στο διαγωνισμό, πλέον πηγές του ΥΠΕΝ υποστηρίζουν, και σωστά, ότι η πώληση των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ, είναι θέμα που το χειρίζεται η Γενική Διευθυνση Ανταγωνισμού, και όχι οι δανειστές.
Εννοούν ότι παρ’ ότι η μείωση του μεριδίου της ΔΕΗ στο λιγνίτη έχει ενταχθεί στις μεταμνημονιακές υποχρεώσεις της χώρας, εντούτοις σε περίπτωση τυχόν αποτυχίας της προσπάθειας, θα είναι οι τεχνοκράτες της DG Comp αυτοί οι οποίοι θα δρομολογήσουν σε συννεόνηση με την ελληνική κυβέρνηση τις εξελίξεις της επόμενης ημέρας.
Και επειδή, είναι τοις πάσι γνωστό με πόσο αργούς ρυθμούς κινούνται τα πράγματα στις Βρυξέλλες, η ελληνική πλευρά θα κάνει ό,τι περνά από το χέρι της, προκειμένου να κερδίσει από αυτές χρόνο, τόσο, όσο χρειάζεται για να παραδώσει το πρόβλημα στα χέρια της επόμενης κυβέρνησης.
Στο ακραίο επομένως σενάριο, που οι κοινοτικές υπηρεσίες, κρίνουν ότι ο μόνος τρόπος για να μειωθεί η κυρίαρχη θέση της ΔΕΗ στην ελληνική αγορά ηλεκτρισμού, είναι να πωληθούν υδροηλεκτρικές μονάδες, θα έχουν περάσει τόσο πολύμηνες διαβουλεύσεις, ώστε θα είναι οι επόμενοι που θα παραλάβουν την «καυτή πατάτα».
Ούτως ή άλλως είναι η επόμενη κυβέρνηση που θα κληθεί να διαχειριστεί τις τύχες της επιχείρησης. Είναι άλλο όμως αυτό, και άλλο εκείνη να παραλάβει δεσμεύσεις από τους προηγούμενους, που θα δυσκολέψουν έτι περαιτέρω τη διαπραγμάτευση που θα κάνει με τις Βρυξέλλες για μια καλύτερη συμφωνία στη ΔΕΗ.
Τα παραπάνω φυσικά δεν είναι παρά σενάρια. Στο δια ταύτα του διαγωνισμού, οι δυνητικά ενδιαφερόμενοι επενδυτές διαρρέουν ότι αναμένουν καινούργιες βελτιώσεις στους όρους, πέραν των όσων έχουν ήδη γίνει, διαμηνύοντας ότι διαφορετικά δεν έχουν λόγο να προσέλθουν ούτε στις 6 Φεβρουαρίου. Επιμένουν ότι παρά τις τελευταίες βελτιώσεις (π.χ. εθελουσία 273 ατόμων σε σύνολο 1.240 περίπου εργαζομένων) οι προς πώληση μονάδες της Μεγαλόπολης και της Μελίτη παραμένουν ζημιογόνες, και ζητούν περαιτέρω μείωση του προσωπικού συνολικά κατά 50%, μαζί με σημαντική μείωση του κόστους προμήθειας καυσίμου, ειδικά για τη Μελίτη.
Σε αυτή τη φάση βρίσκεται το σίριαλ πώλησης του λιγνίτη για το οποίο πριν από ένα χρόνο η κυβέρνηση είχε ξοδέψει πολύτιμο πολιτικό κεφάλαιο προκειμένου αυτή να εγκριθεί από τη Βουλή. Εξάλλου την εικόνα ότι δεν “καίγεται” και αν ναυαγήσει το εγχείρημα, ενισχύουν οι διαρροές από το ΥΠΕΝ ότι η καινούργια παράταση στο διαγωνισμό δόθηκε προκειμένου οι επενδυτές να μελετήσουν τις τελευταίες βελτιώσεις, και όχι επειδή πρόκειται να γίνουν καινούργιες.
(liberal.gr)