Πολλοί μελετητές τοποθετούν τον Αναξαγόρα στον αντίποδα του Εμπεδοκλή, αν και για τους περισσότερους και οι δύο αποτελούν τη φιλοσοφική διαμεσολάβηση για να υπάρξει ερμηνευτική προσέγγιση στις αντικρουόμενες θέσεις μεταξύ Παρμενίδη και Ηράκλειτου.
Πολλές από τις απόψεις του Εμπεδοκλή συνέπιπταν με εκείνες του Πυθαγόρα και μάλιστα αυτός κατέγραφε τις σκέψεις του, σε αντίθεση με τον Πυθαγόρα. Η δε διασημότητά του στην αρχαιότητα είχε να κάνει τόσο με το καλαίσθητο ποιητικό του ύφος, όσο και με τις αντιλήψεις του για τον κόσμο.
Αλλά στις αρχαίες βιογραφίες αναφέρονται πολλά γεγονότα, χωρίς να μπορούν αποδειχτούν όλα. Εμφανίζεται θαυματοποιός και μάγος, στοχαστής και ποιητής, θεραπευτής και μυστικιστής, μια υπερφυσική μορφή που προκαλούσε δέος στα πλήθη.
Τα γνωστά τέσσερα στοιχεία του Εμπεδοκλή, όπως ο ίδιος πίστευε, δεν διαθέτουν από μόνα τους την ικανότητα κίνησης και γι αυτό την αναζήτησε σε δύο άλλες δυνάμεις – ανεξάρτητες των στοιχείων – τη φιλότητα (αγάπη) και το νείκος (μίσος). Και η αντίθεση του Αναξαγόρα έχει να κάνει με το η πρωταρχική ανάμιξη όλων των υλικών είναι κάτι δίχως ποιότητα, γιατί μόνο με τη νόηση μπορούμε να πληροφορηθούμε τις αληθινές ποιότητες των πραγμάτων, αφού πολλά συστατικά είναι τόσο μικρά που δεν μπορούν να γίνουν αντιληπτά.
Για τον Αναξαγόρα τίποτα στην πραγματικότητα δεν γεννιέται και τα πάντα εμπεριέχονται στα πάντα με τη μορφή απειροελάχιστων και απειράριθμων υλικών στοιχείων. Υπάρχουν, δηλαδή, τόσα στοιχεία όσες και οι ύλες από τις οποίες αποτελούνται τα πράγματα. Τα πάμπολλα αυτά στοιχεία, διαφορετικά ως προς το σχήμα, το χρώμα κλπ είναι διασκορπισμένα σε ολόκληρο το σύμπαν με τη μορφή μικρών κομματιών. Με την ένωσή τους (σύγκρισις) επέρχεται η γένεση, ενώ με το χωρισμό τους (διάκρισις) η φθορά.
Μόνο ο νους, υλικό στοιχείο άπλαστο και άφθαρτο, διαθέτει ικανότητα κίνησης με την οποία κινεί όλα τα υπόλοιπα στοιχεία, δημιουργώντας έτσι την αρμονία, την ωραιότητα και τη σκόπιμη τάξη του σύμπαντος (κόσμος).
Ο τερματισμός των θεωριών του Εμπεδοκλή ή και του Αναξαγόρα, έγινε με την εμφάνιση ενός άλλου μεγάλου άνδρα του Δημόκριτου, ο οποίος αντικατέστησε την «αγάπη» και το «μίσος» (φιλότης – νείκος) του πρώτου και τον «νου» του δεύτερου με σταθερούς και αναγκαίους νόμους.
Ηλίας Μάρκου