Γίνεται τελευταία μεγάλη συζήτηση και έχει αναχθεί και από πολλούς Δημοσιογράφους σε μείζον θέμα ο μισθός και οι φοροαπαλλαγές των βουλευτών, που πρέπει, βέβαια, να εξορθολογιστούν στα όρια της ίσης μεταχείρισης των πολιτών.
Όμως, όπως πάντα, και τώρα: βλέπουμε όλοι μας το δέντρο και χάνουμε το δάσος. Το οικονομικό κόστος της κοινοβουλευτικής μας Δημοκρατίας είναι δυσβάστακτο για τον ελληνικό λαό, (το ηθικό πρέπει να είναι ακριβό, αφού “θέλει αρετήν και τόλμην” η ελευθερία και κατ’ επέκταση η Δημοκρατία).
Αυτό το κόστος, όμως, δεν οφείλεται τόσο στους μισθούς, στις αποζημιώσεις και στις φοροαπαλλαγές ενός βουλευτή, αλλά στον τεράστιο αναλογικά αριθμό των βουλευτών, Υπουργών και ειδικών Συμβούλων και μη αναγκαίων παρατρεχαμένων κάθε υπουργού. Είναι επιτακτική η ανάγκη μείωσης των δαπανών στον τομέα αυτό. α. άμεσος περιορισμός του αριθμού των βουλευτών στους 200 και μετά από συνταγματική αλλαγή σε 150. Αμέσως οι δαπάνες στη διάσταση αυτή μειώνονται κατά 50%, καθώς και ο αριθμός των συνταξιούχων πολιτικών στο ίδιο ποσοστό. β. Μείωση του αριθμού του Υπουργικού Συμβουλίου στους 20, από 55 που είναι τώρα και σε ανάλογο βαθμό και οι ειδικοί σύμβουλοι του Πρωθυπουργού και των Υπουργών. Αυτόματα έχουμε οικονομία του ύψους του 70%. 3. Συνταγματική επιταγή για διενέργεια εκλογών ανά τετραετία. Αυτό θα συνεπαχθεί τεράστια οικονομία για τον Έλληνα φορολογούμενο. Τα άλλα λέγονται για συγκάλυψη του προβλήματος και είναι “άλλα λόγια να αγαπιόμαστε”.
Η μείωση φοροαπαλλαγών και αποζημιώσεων των βουλευτών θα φέρει κέρδος 600.000 Ευρώ ετησίως. Οι ως άνω αλλαγές, αν πραγματοποιηθούν, θα συνεπαχθούν ένα κέρδος 150.000.000. Ευρώ το χρόνο.
Αυτό δε σημαίνει, βέβαια, πως δεν πρέπει να τύχουν και οι βουλευτές ίδιας φορολογικής μεταχείρισης με τους άλλους πολίτες: “Και τούτο ποιείν”, λοιπόν, “και το άλλο”, κυρίως το άλλο, “μη αφιέναι”. Αυτά γράφονται πέρα από κάθε μορφής λαϊκισμό.
Θεόδωρος Κωνσταντινίδης