Το πρώτο Σαββατοκύριακο του νέου εγκλεισμού μας, λόγω ενός φονικού ιού που έχει εισβάλει στην καθημερινότητα μας και εξαπλώνεται με ρυθμούς ραγδαίους, προξενώντας τον πανικό και το χάος, δημιουργώντας μια πρωτοφανή κατάσταση .Η πανδημία του κορονοϊού αποτελεί μία αποφασιστική τομή για τον ρου ολόκληρου του κόσμου ,τέμνοντας το παρελθόν με το μέλλον. Δεν ζούμε πλέον όπως παλιά και το πιθανότερο είναι πως, θα αργήσουμε αρκετά να ξαναζήσουμε έτσι. Ο κορονοϊός άλλαξε πάρα πολλά. Άλλαξε τις συνήθειες και την καθημερινότητά μας, καθώς όλοι κληθήκαμε να συμμορφωθούμε με ορισμένες κατευθυντήριες υποδείξεις των επιστημόνων για την ασφάλεια του κοινωνικού συνόλου. . Τώρα, στις καινούργιες συνθήκες περιορισμού των συναναστροφών η άμεση επαφή με τους άλλους αποκτά ξαφνικά μια καινούργια αξία, αυτή την αξία που επικυρώνεται από τη στέρηση Από σήμερα λοιπόν κλεισμένοι στο σπίτι και οι ελάχιστες μετακινήσεις μας με sms. Γιατί μένεις σπίτι; Ρωτάω τον εαυτό μου το πρωί που η συνήθεια με οδηγεί στην εξώπορτα και θέλει να κάνω ό,τι έκανα κάθε πρωί. Ο,τι έκανα και δεν πρέπει να κάνω αυτές τις μέρες της δεύτερης μεγάλης δοκιμασίας. Γιατί μένεις σπίτι; με ρωτάω ξανά.
Μένω σπίτι για να μπορώ να ξαναγκαλιάσω τους ηλικιωμένους συγγενείς μου Για να μπορώ να ξαναδώ μια δεκαεφτάχρονη αγκαλιά με την εβδομηντάχρονη γιαγιά της Μένω σπίτι για να δουν τα νεαρά αγόρια και κορίτσια πως τα πράγματα είναι σοβαρά και δεν μπορούν να κάνουν ό,τι έκαναν. Οσο σκληρό και δύσκολο κι αν τους φαίνεται. Μένω σπίτι γιατί θέλω να δω γρήγορα τους φίλους μου, να τους αγκαλιάσω σφιχτά και να τους πω τσουγκρίζοντας τα ποτήρια μας πόσο πολύτιμοι είναι για μένα.
Μένω σπίτι για χάρη του νοσηλευτικού προσωπικού που προσπαθώντας να σώσει ασθενείς, προσβάλλεται και αυτό από τον κορονοιό Και όσοι παραμένουν υγιείς, με χέρια γεμάτα εκζέματα από τη συνεχή χρήση των γαντιών και πρόσωπα κακοποιημένα από τις προστατευτικές μάσκες, μου λένε κάθε μέρα πως εγώ πρέπει να μείνω σπίτι για να τους βοηθήσω να κερδίσουν τη μάχη. Μένω σπίτι, γιατί δεν θέλω ποτέ μα ποτέ να δω στρατιωτικά καμιόνια στη χώρα μου να μεταφέρουν νεκρούς Νεκρούς που δεν προλάβαμε να αποχαιρετήσουμε. Μένω σπίτι, γιατί έτσι αισθάνομαι πως κάνω κάτι κι εγώ. Κάτι που δεν κοστίζει τίποτα σε μένα, αλλά που, αν το κάνουμε όλοι, μπορεί να τελειώσει τον εφιάλτη που ζούμε. Μένω σπίτι περιμένοντας πως το ίδιο θα κάνουμε όλοι για να προλάβουμε, να μη χάσουμε, και αυτή την άνοιξη και να χαρούμε ξανά μαζί περπατώντας αγκαλιά στα λιβάδια, τις κατακόκκινες παπαρούνες και στις προκυμαίες τα όμορφα δειλινά.