Για πολλούς σύγχρονους κοσμολόγους και ερευνητές η σημαντικότερη αρχαιοελληνική κοσμολογική θεωρία είναι αυτή, του μαθητή και διάδοχου του Θαλή, του Αναξίμανδρου. Και το ότι παρέμεινε ως κοσμολογική άποψη για περίπου δύο χιλιάδες χρόνια, δηλαδή μέχρι την εποχή του Κοπέρνικου, γι αυτούς τα λέει όλα. Ο Αναξίμανδρος είναι ο πρόδρομος της θεωρίας της μεγάλης έκρηξης για τη δημιουργία του σύμπαντος. Μιας θεωρίας που χρειάστηκε η επιστήμη της αστρονομίας τη σύμπραξη της αστροφυσικής και τη βοήθεια της τεχνολογίας του εικοστού αιώνα και μια κοπιώδη προσπάθεια δυόμισι χιλιάδων χρόνων με συνεχή επιστημονικά επιτεύγματα για να μπορέσει να τη διατυπώσει στη μορφή που ισχύει σήμερα. Η θεωρία του Αναξίμανδρου βρίσκεται στο χώρο της υπέρβασης του κόσμου των αισθήσεων και αποτελεί ένα ανυπέρβλητο δημιούργημα της ανθρώπινης διανόησης.
Υπάρχει, όμως και η ελαφρώς διαφοροποιημένη άποψη:
Ο Αναξίμανδρος έδωσε μια πιο σύνθετη ερμηνεία της δημιουργίας και ίσως περισσότερες λεπτομέρειες στην όλη εξέλιξη της ζωής, αλλά ξεκινώντας από τις παρατηρήσεις του Θαλή, του δασκάλου του. Εκεί βασίστηκε και προχώρησε. Μεταξύ των άλλων δε, υποστήριξε ότι η Γη είναι το κέντρο του σύμπαντος, ενώ ο Ήλιος, η Σελήνη και τα υπόλοιπα αστέρια κινούνται σε τροχιές γύρω από αυτήν. Για τον κόσμο μας πίστευε ότι είναι ένας από τους αμέτρητους κόσμους, οι οποίοι γεννιούνται από κάτι και καταλήγουν σε κάτι που ονόμαζε άπειρο και βρισκόταν στη βάση των τεσσάρων στοιχείων της φύσης. Όσο για τα έμβια όντα έλεγε πως προέκυψαν από το νερό μετά την ενεργοποίησή του από τον ήλιο και στη συνέχεια τα πιο εξελιγμένα όντα προέκυψαν από τα λιγότερο εξελιγμένα, ενώ τα ανθρώπινα όντα κατάγονται από τα ψάρια.
Και μπορεί το νερό ήταν το πρωταρχικό στοιχείο της φύσης και για πολλούς άλλους λαούς της Ανατολής κυρίως (Αιγύπτιους, Βαβυλώνιους κλπ).
Όμως, αυτοί οι λαοί επικαλούνται το Θεό, για να εξηγήσουν τη δημιουργία του κόσμου, ενώ οι Μιλήσιοι έδιναν «επιστημονικές» εξηγήσεις. Ο Θαλής λ.χ διαφοροποιούμενος από τις υπάρχουσες πεποιθήσεις ότι οι σεισμοί οφείλονται στην παρέμβαση του Θεού, διακήρυξε ότι πρόκειται για ένα φυσικό φαινόμενο και οφείλονται στις αναταράξεις του νερού πάνω στο οποίο κινείται η Γη.
Όσο κι αν φαίνεται, ότι οι Μιλήσιοι έδιναν μόνον «επιστημονικές» εξηγήσεις, για μένα ο Θεός – έστω και σαν υπονόηση – δεν έλειπε από τις θεωρίες τους. Ίσως πιο ευδιάκριτη είναι η υπονόηση του Θεού στη θεωρία του τρίτου της παρέας των Ιώνων φιλόσοφων, του Αναξιμένη, σύμφωνα με την οποία το πρωταρχικό στοιχείο των πάντων είναι ο αέρας.
Κοντολογίς, ίσως και να μην έχουν τόση σημασία ή ιδιαίτερη αξία οι επιμέρους θεωρίες και πεποιθήσεις εκείνης της εποχής, όσο η κυρίαρχη αντίληψη και ο γενικότερος τρόπος προσέγγισης της δημιουργίας του κόσμου και της έννοιας του Θεού. Πρέπει νομίζω να επισημάνουμε ότι οι όποιες αναφορές στο θείο τότε, δεν ανταποκρίνονταν στον έναν Θεό και δημιουργό του κόσμου, αλλά σε πολλούς και διαφορετικούς θεούς – όλοι τους επινοήματα της ανθρώπινης σκέψης και φαντασίας.
Ηλίας Μάρκου