Γειά σας πιδιά μ΄καλά. Τι φκιάντι; Ιγώ μια φορά δεν είμι καλά, γιατί πουλύ γινατώνου σήντας χάν΄ ου ΠΑΟΚ. Γινατώνου από τ΄ μιάν τ΄ μεριά γιατί χάνουμι κι απού τ΄ν άλλ΄ γιατί έρουντι όλ΄ κι μι γκζοτίζουν. Κι άμα χάνουμι απ΄ τς Γαύρ΄, γινατώνου κόμα κι πλειότερο. Υπροχτές σαν εχασάμι, σκέφτουμαν ότι θα πω στου καφενείου ότι είχαμι ένα δοκάρ΄ κι δε μας έδουκαν ένα μπέναλτ κι ότι έπρεπε να κιρδήσουμι.
Παντέχαινα να βγει κι ου Λουτσέσκους κι να πει ότι για τ΄ αυτόν νίξι ου ΠΑΟΚ μι 6 – 0 κι αυτός βήκι κι είπι ότι ου Ολυμπιακός νήξι δίκαια. Έσκασα! Πως να πώ ύστιρα από τ΄ αυτό, ότι έπρεπι να κιρδήσουμι;
Μι τ΄ αυτά αποκοιμήθκα του βράδ΄ κι ήγλιπα στουν ύπνο μ΄ τον Κούδα να κλαίει. Σα σκώθκα τ΄ χαραή κι ήπναμι του ρουβύθ΄ μας μι τ΄ μπάμπου, άξα του Μίχου να μι φουνάζ΄. «Τι θέλτς», τουν είπα κι ήξιρα ότι ήθιλι να μι γκζουτίσ΄. Μι λέει: «Σ΄ν Αμιρική όταν πήγις, πήγις μι τ΄ν Ολυμπιακή ή μι καράβ΄»; Όταν πήγα ιγώ σ΄ν Αμερική, ου Ωνάσης που έφκιακι τ΄ν Ολυμπιακή ήταν κόμα στ΄ σαρμάντζα κι δεν είχι αροπλάνα, αλλά αυτός ήθιλι να πάει τ΄ν κουβέντα στουν Ολυμπιακό, για τ΄ αυτό ρώτσι για τ΄ν Ολυμπιακή. «Μι κάρρο» τουν είπα κι τουν άξα που χαζγκαλνιούνταν κι έφευγι.
Κίντσα να βγώ από το σπίτ΄ να πάω να φκιάκου καμιά δλειά κι γλέπω αμπροστά στου σπίτ΄ του Μίχου μι του Χιλλέα του Γκουντίνου. Ου Χιλλέας ήταν ντμένους μι μια φόρμα από τ΄ αυτήν που βάνουν αυτοί που κουσιεύουν. «Τι αρματώθκις έτς»; Ρώτσα του Χιλλέα. «Προπονιέτι, γιατί θέλ΄ να πάει στς Ολυμπιακοί αγώνες», είπι ου Μίχους κι μ΄ έσκασι κόμα πλειότερο.
Ικείν τ΄ν ώρα, κατέβαινε του σουκάκι κι ου Μήτσιους τ΄ Κουρκουλώζ’ κι ήταν κι καλουντμένους. «Που πααίντς Μήτσιου»; Τουν ρώτσι ου Χιλλέας. «Πααίνω στ΄ Ρεσούλιαν. Μι κάλεσαν τα κουρίτσια τς Θοδώρας, η Χρυσούλα κι η Ολυμπία», είπι ου Μήτσιους κι όταν άξα «Ολυμπία», μ΄ ήρθι να λιγοθμίσου.
Έσκασα κι γύρσα κα του σπίτ΄! Μι γλέπ΄ η μπάμπου κι μι λέει: «Μια που γύρσις πίσ΄, δεν κάθεσαι να στοιβιάης τα ξύλα στου ξυλοθήκι, που γίγκαν ένα βνό ιδώ αμπροστά, σαν τουν Όλυμπο»;
Τώρα δεν ξέρου άμα ήταν κι αυτήν δασκαλεμέν΄ απ΄ του Μίχου, ή άμα τ΄ν ήρθι από μοναχιά τς να μι πει για τουν Όλυμπο, αλλά στα χρόνια που είμιστι παντρεμέν΄, πρώτ΄ φορά σκέφκα να τ΄ χουρίσου. Ημένα κι για χαλβά Όλυμπο να μι πουν, Ολυμπιακό μι θμίζ΄ κι αντραλιάζουμι.
Για τ΄ αυτό όταν χάνουμι, σκάζω διπλά. Καταλαβέτι;
Μπαρμπα Κώτσιους Τσιαμήτς Ντράμστα