Ετυμολογικά, η λέξη κάλαντα προέρχεται από τις Ρωμαϊκές καλένδες (δηλαδή τις πρώτες μέρες) του Ιανουαρίου, του πρώτου μήνα του χρόνου. Η προέλευση του εθίμου είναι μάλλον διονυσιακή, καθώς στις αρχαίες διονυσιακές γιορτές τα παιδιά συνήθιζαν να τραγουδούν για την καλή χρονιά, κρατώντας ένα κλαδί ελιάς τυλιγμένο με μαλλί προβάτου, το οποίο συμβόλιζε την ευφορία και τη γονιμότητα. Μάλιστα πριν τον 2ο αιώνα π.Χ. ο πρώτος μήνας του Ρωμαϊκού ημερολογίου ήταν ο Μάρτιος κι έτσι η πρωτοχρονιά γιορταζόταν τότε. Αν και αρχικά η Εκκλησία απέρριψε τα κάλαντα ως ειδωλολατρικό έθιμο, στη συνέχεια το αποδέχτηκε και το αφομοίωσε σε τόσο μεγάλο βαθμό που κατέληξε να αποκτήσει καθαρά θρησκευτικό περιεχόμενο. Εκτός αυτού, καθιερώθηκε να λέμε τα κάλαντα όχι μόνο την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, αλλά πριν από όλες τις μεγάλες γιορτές όπως τα Χριστούγεννα, τα Φώτα, του Λαζάρου, των Βαΐων κλπ. Σε κάθε περίπτωση, τα κάλαντα εκτός από τα χαρμόσυνα μηνύματα των γιορτών, φέρνουν και ευχές για καλή τύχη στους νοικοκύρηδες των σπιτιών, αλλά και σε όλο τον κόσμο. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι πολυάριθμες παραλλαγές καλάντων που υπάρχουν σε όλη την Ελλάδα. Σχεδόν κάθε περιοχή, κάθε νησί, πολλές φορές και κάθε χωριό έχει τα δικά του, ξεχωριστά κάλαντα. Οι στίχοι διαμορφώνονται ανάλογα με τις διαλέκτους και τα ιδιώματα της κάθε περιοχής και η μουσική ανάλογα με την παράδοση του κάθε τόπου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι περιοχές των Επτανήσων, της Θράκης, των Επτανήσων, της Ηπείρου, των Κυκλάδων, των Δωδεκανήσων, του Πόντου, της Κρήτης και της Μικρά Ασίας, Δυτικής Μακεδονίας. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα παλαιότερα χρόνια τα κάλαντα δεν τραγουδιόντουσαν μόνο, αλλά και παίζονταν από παραδοσιακούς οργανοπαίκτες. Για αυτό τον λόγο, πολλές φορές θύμιζαν περισσότερο παραδοσιακά τραγούδια, παρά κάλαντα. Ενδεικτικά, μπορούμε να αναφέρουμε, με βάση τις επίσημες καταγραφές, τα παρακάτω Παραδοσιακά Χριστουγεννιάτικα Κάλαντα:
Κάλαντα Πελοποννήσου
Χριστούγεννα Πρωτούγεννα πρώτη γιορτή του χρόνου
για βγάτε ιδέστε μάθετε το που ο Χριστός γεννιέται.
Γεννιέται κι αναθρέφεται με μέλι και με γάλα
το μέλι τρων οι άρχοντες το γάλα οι αφεντάδες
και το μελισσοχόρταρο το λούζουντ’ οι κυράδες.
Κυρά ψηλή κυρά λιγνή κυρά γαϊτανοφρύδα
κυρά μ’ όντας στολίζεσαι να πας στην εκκλησιά σου.
Βάνεις τον ήλιο πρόσωπο και το φεγγάρι αγκάλη
και τον καθάριο αυγέρινο τον βάνεις δαχτυλίδι.
Εδώ που τραγουδήσαμε πέτρα να μη ραΐσει
και ο νοικοκύρης του σπιτιού χρόνους πολλούς να ζήσει.
Δώστε μας και τον κόκορα δώστε μας και την κότα
δώστε μας και πέντε – έξι αυγά να πάμε σ’ άλλη πόρτα.
Ποντιακά Κάλαντα
Χριστός ’γεννέθεν χαράν ’ς σον κόσμον, χα καλή ώρα, καλή σ’ ημέρα.
Χα καλόν παιδίν οψέ ’γεννέθεν, οψέ ’γεννέθεν, ουρανοστάθεν.
Τον εγέννεσεν η Παναΐα, τον ενέστεσεν Αϊ Παρθένος-δις.
Εκαβάλκεψεν χρυσόν πουλάριν κι εκατήβεν ’ς σο σταυροδρόμιν
Έρπαξαν Ατον οι χίλ’ Εβραίοι, οι χίλ’ Εβραίοι και μύρ’(ιοι) Εβραίοι.
Ας ακρεντικά κι ας σην καρδίαν αίμαν έσταξεν, χολή ’κ’ εφάνθεν.
Ούμπαν έσταξεν, και μύρος έτον, μύρος έτον και μυρωδία.
Εμυρίστεν ατο ο κόσμος όλεν, για μυρίστ’ ατο κι εσύ αφέντα.
Συ αφένταμ, καλέ μ’ αφένταμ.
Έρθαν τη Χριστού τα παλικάρια και θημίζ’νε τον νοικοκύρην,
Νοικοκύρη μ’ και βασιλέα.
Δέβα ’ς σο ταρέζ’ κι έλα ’ς σην πόρταν, δος μας ούβας και λεφτοκάρα
Μετάφραση
Χριστός γεννήθηκε, χαρά στον κόσμο, να καλή ώρα, καλή σου ημέρα.
Να καλό παιδί χθες γεννήθηκε, χθες γεννήθηκε, ουρανοστάθηκε.
Τον γέννησε η Παναγία, τον ανέστησε η Αγία Παρθένα.
Καβάλησε χρυσό πουλάρι και κατέβηκε στο σταυροδρόμι
Τον άρπαξαν οι χίλιοι Εβραίοι, οι χίλιοι Εβραίοι και μύριοι Εβραίοι.
Απ’ τα άκρα κι απ’ την καρδιά αίμα έσταξε, θυμός δεν φάνηκε.
Όπου έσταξε ήταν μύρο, ήταν μύρο και ευωδία.
Το μύρισε ο κόσμος όλος, μύρισέ το κι εσύ αφέντη.
Εσύ αφέντη, καλέ μου αφέντη.
Ήρθαν του Χριστού τα παλικάρια και ψάλλουν στον νοικοκύρη,
Νοικοκύρη μου και βασιλιά.
Πήγαινε στο ράφι κι έλα στην πόρτα, δώσε μας χουρμάδες και φουντούκια
Κάλαντα Καππαδοκίας
Καλήν εσπέραν, άρχοντες, κι αν είναι ορισμός σας,
Χριστός γεννάται σήμερον εν Βηθλεέμ τη πόλει. Εν τω σπηλαίω τίκτεται, εν φάτνη των αλόγων, οι ουρανοί αγάλλονται, χαίρει κι η φύσις όλη. Εκ της Περσίας έρχονται τρεις Μάγοι με τα δώρα,
άστρον λαμπρόν τους οδηγεί, χωρίς να λείψη ώρα. Γονατιστοί τον προσκυνούν και δώρα Του χαρίζουν, σμύρνα, χρυσόν και λίβανον, Θεόν τον ευφημίζουν. Και επληρώθη το ρηθέν, Προφήτου Ησαΐου,
μετά των άλλων προφητών και του Ιερεμίου. Φωνή ηκούσθη εν Ραμά, Ραχήλ τα τέκνα κλαίει, παραμυθήν ουκ ήθελεν, ότι αυτά ουκ έχει. Ιδού όπως σας είπαμεν όλην την υμνωδίαν, του Ιησού μας του Χριστού, Γέννησιν την αγίαν. Χρόνους πολλούς να χαίρεσθε, πάντα ευτυχισμένοι,
σωματικώς και ψυχικώς να είσθε πλουτισμένοι.
Σμυρνέϊκα Κάλαντα
Καλήν εσπέραν, άρχοντες, κι αν είναι ορισμός σας,
Χριστός γεννάται σήμερον εν Βηθλεέμ τη πόλει.
Εν τω σπηλαίω τίκτεται, εν φάτνη των αλόγων. Κερά ψηλή, κερά λιγνή, κερά καμαροφρύδα.
Κερά μ᾿, όταν στολίζεσαι να πας στην εκκλησία.
Έχεις και κόρην έμορφη, που δεν έχει ιστορία. Μήδε στην πόλη βρίσκεσαι, μήδε στην Καισαρεία.
Έχεις και γιον στα γράμματα, υγιόν εις το ψαλτήρι.
Να τον ’ξιώσει και ο Θεός, να βάλει πετραχήλι.
Σαμιώτικα Κάλαντα
Σένα σου πρέπει, αφέντη μου, καρέκλα καρυδένια,
για ν᾿ ακουμπά η μέση σου η μαργαριταρένια. Βάλτε μας κρασί να πιούμε και του χρόνου να σας πούμε. (δις)
Και πάλι ξαναπρέπει σου στα πεύκια να κοιμάσαι,
να πίνεις, να δροσίζεσαι και πάλι αφέντης νάσαι.
Βάλτε μας κρασί να πιούμε και του χρόνου να σας πούμε. (δις)
Και πάλι ξαναπρέπει σου καράβι ν᾿ αρματώσεις
και τα πανιά του καραβιού να τα μαλαματώσεις.
Βάλτε μας κρασί να πιούμε και του χρόνου να σας πούμε. (δις)
Πολλά ’παμε τ᾿ αφέντη μας, ας πούμε τση κυράς μας·
κυρά ψιλή, κυρά λιγνή, κυρά μαυροματούσα,
πώχεις τον ήλιο πρόσωπο και το φεγγάρι αστήθη
και του κοράκου το φτερό τώχεις καμπανοφρύδι.
Βάλτε μας κρασί να πιούμε και του χρόνου να σας πούμε. (δις)
Αν έχεις κόρη έμορφη, βάλ᾿ την να μας κεράσει,
να της ’φχηθούμε όλοι μας ν᾿ ασπρίσει, να γεράσει.
Βάλτε μας κρασί να πιούμε και του χρόνου να σας πούμε. (δις)
Κι αν έχεις γυιό στα γράμματα, βάλ’ τόνε στο ψαλτήρι,
να τ᾿ αξιώσει ο Θεός, να βάλει πετραχήλι.
Βάλτε μας κρασί να πιούμε και του χρόνου να σας πούμε. (δις)
Κάλαντα Δωδεκανήσων
Aύτη είναι η ημέρα
όπου ήρθ᾿ ο Λυτρωτής
από Μαριάμ Μητέρα,
εκ Παρθένου γεννηθείς. (δις)
Άναρχος αρχήν λαμβάνει
και σαρκούται ο Θεός,
ο Αγέννητος γεννάται
εις την φάτνην ταπεινός. (δις)
Όσοι έχετε στα ξένα
να δεχθήτε με καλό
και του χρόνου με υγεία
τον Θεό παρακαλώ. (δις)
Θρακιώτικα Κάλαντα
Χριστός γεννιέται, χαρά στον κόσμο,
χαρά στον κόσμο, στα παλληκάρια.
Σαράντα μέρες, σαράντα νύχτες,
η Παναγιά μας κοιλοπονούσε.
Κοιλοπονούσε, παρακαλούσε,
τους αρχαγγέλους, τους ιεράρχες.
Σεις αρχαγγέλοι και ιεράρχες,
στη Σμύρνη πηγαίν’τε, μαμές να φέρ᾿τε.
Άγια Μαρίνα, Άγια Κατερίνα,
στη Σμύρνη πάνε, μαμές να φέρουν.
Όσο να πάνε κι όσο να έρθουν,
η Παναγιά μας ηληυτηρώθη.
Στην κούνια το ’βαλαν και το κουνούσαν
και το κουνούσαν, το τραγουδούσαν.
Σαν ήλιος λάμπει, σα νιό φεγγάρι,
σα νιό φεγγάρι, το παλληκάρι.
Φέγγει σε τούτον το νοικοκύρη, με τα καλά του,
με τα παιδιά του, με την καλή τη νοικοκυρά του…
Μακεδονίτικα Κάλαντα
Α. Χριστούγεννα, Πρωτούγεννα,
τώρα Χριστός γιννιέτι. (δις)
Γιννιέται κι βαφτίζιτι
στους ουρανούς απάνου. (δις)
Όλοι οι Αγγέλοι χαίρουντι
κι όλοι δοξολογιούντι. (δις)
Και τα δαιμόνια σκάζουνε,
και σκάζουν και πλαντάζουν. (δις)
Σε τούτ᾿ το σπίτι πούρθαμε,
μι μάρμαρου στρουμένου. (δις)
Κάλαντα Αιγαίου
Κάτω στα Ιεροσόλυμα, στηηής Βη- στης Βηθλεέμ την πόολη,
εκεί δεντρί δεν ήτανε, δεεεντρί- δεντρί ξεφανερώθη.
Κι ανάμεσα στους κλώνους του, αααγγέ- αγγέλοι κι αρχαγγέελοι
κι ο Μιχαήλ Αρχάγγελος ξεεεφτε- ξεφτερουγά και λέεει:
– Χριστέ, για δώσ᾿ μου τα κλειδιά καιαιαί τα- και τα χρυσά κλειδάκια,
ν᾿ ανοίξω τον παράδεισο, νααα μπω, να μπω σε περιβόολι,
να κόψω μήλο δροσερό, νααα πιω, να πιω νερό δροσάατο,
να γείρω ν᾿ αποκοιμηθώ σεεε νε- σε νεραντζιά ’πό κάτω.
Και σας καληνυχτίζουμε, πεεεσέ- πεσέτε κοιμηθήητε,
ολίγον ύπνον πάρετε κι εεευθύς, κι ευθύς ως σηκωθήητε,
στην εκκλησία τρέξετε όοολοι, όλοι με προθυμίιαν
και του Χριστού να ακούσετε τηηη θεί- τη θεία λειτουργία.
Κρητικά Κάλαντα
Καλήν εσπέραν, άρχοντες, κι αν είναι ορισμός σας,
Χριστού την θεία γέννηση να πω στ᾿ αρχοντικό σας.
Χριστός γεννάται σήμερον εν Βηθλεέμ τη πόλει,
οι ουρανοί αγάλλονται, χαίρετ᾿ η φύσις όλη.
Εν τω σπηλαίω τίκτεται, εν φάτνη των αλόγων,
ο βασιλεύς των ουρανών και ποιητής των όλων.
Κερά καμαροτράχηλη και φεγγαρομαγούλα
και κρουσταλλίδα του γιαλού και πάχνη από τα δέντρα,
απού τον έχεις τον υγυιό το μοσχοκανακάρη,
λούζεις τον και στολίζεις τον και ’ς το σκολειό τον πέμπεις.
Κι ο δάσκαλος τον έδειρε μ᾿ ένα χρυσό βεργάλι
και η κυρά δασκάλισσα με το μαργαριτάρι.
Είπαμε δα για την κερά, ας πούμε για την βάγια:
Άψε βαγίτσα το κερί, άψε και το διπλέρι
και κάτσε και ντουσούντιζε είντα θα μας ε-φέρεις,
γι᾿ απάκι, για λουκάνικο, για χοιρινό κομμάτι,
γι᾿ απάκι, για λουκάνικο, για αγριμιού κομμάτι,
κι από τον πίρο του βουτσιού να πιούμε μία γεμάτη.
Κι από την μαύρη όρνιθα κανένα αυγουλάκι.
Κι αν το ’χει κάμει η γαλανή ας είναι ζευγαράκι.
Κι από το πιθαράκι σου λάδι ’να κουρουπάκι
κι αν είναι ακροπλιάτερο βαστούμε και τ᾿ ασκάκι.
Φέρε πανιέρι κάστανα, πανιέρι λεπτοκάρυα
και φέρε και γλυκό κρασί να πιουν τα παλληκάρια.
Κι αν είναι με το θέλημα, άσπρη μου περιστέρα,
ανοίξατε την πόρτα σας να πούμε καλησπέρα.
Δώστε μας για τον κόπο μας, ό,τι ’ναι ο ορισμός σας
και ο Χριστός μας πάντοτε να είναι βοηθός σας.
Και εις έτη πολλά!
Κερκυραϊκά Κάλαντα
Ας την καλησπερίσουμε τούτην τη φαμελίαν
ο Θεός να την πολυχρονά και νάχει την υγείαν.
Λαμπροφοράει η ανατολή η δύσις καμαρώνει
των Χριστουγέννων εορτή αύριο ξημερώνει.
Χριστός γεννάται σήμερον εν Βηθλεέμ τη πόλει
οι ουρανοί αγάλλονται χαίρεται η φύσις όλη.
Εκ τη Περσίας έρχονται τρεις μάγοι με τα δώρα
άστρον λαμπρόν τους οδηγεί χωρίς να λείψει ώρα.
Φτάσαντες εις Ιερουσαλήμ με πόθον ερωτώσι,
που εγεννήθη ο Χριστός να παν να τον ευρώσι.
Δια Χριστόν ως ήκουσεν ο βασιλεύς Ηρώδης,
αμέσως εταράχτηκε κι έγινε θηριώδης.
Κράζει τους Μάγους κ’ ερωτά που ο Χριστός γεννάται
Εις Βηθλεέμ το Σπήλαιον ως η γραφή διηγάται.
Τους είπε να υπάγωσι και όπου τον ευρώσι
να τον επροσκυνήσωσι να παν να του ειπώσι.
Εν τω σπηλαίω έρχονται βρίσκουν την Θεοτόκον
που εβάστα στις αγκάλες της τον άγιόν της τόκον.
Γονατιστοί τον προσκυνούν και δώρα του χαρίζουν
δώρα χρυσά και λίβανον, Θεόν τον ευφημίζουν.
Κι αφέντες καλησπέρα σας, καλησπερίσματά σας
και του Χριστού η γέννηση νάναι βοήθειά σας.”
Κάλαντα Καρπάθου
Καλήν εσπέραν, άρχοντες,
αν είναι ορισμός σας,
Χριστού τη Θεία γέννηση
να πω στ’ αρχοντικό σας.
Χριστός γεννάται σήμερον, εν Βηθλεέμ τη πόλει,
οι ουρανοί αγάλλονται,
χαίρε η φύσις όλη.
Εν τω σπηλαίω τίκτεται,
εν φάτνη των αλόγων,
ο βασιλεύς των ουρανών
και ποιητής των όλων.
Εκ της Περσίας έρχονται
τρεις μάγοι με τα δώρα,
άστρο λαμπρό τους οδηγεί,
χωρίς να λείψει ώρα.
Έφτασαν στην Ιερουσαλήμ,
με πόθο ερωτούσι,
πού εγεννήθη ο Χριστός,
να πάν’ να τον ευρώσι.
Διά Χριστόν ως ήκουσε
ο βασιλεύς Ηρώδης
αμέσως εταράχτηκε
κι έγινε θηριώδης.
Διατί πολλά φοβήθηκε
διά τη βασιλεία,
μην του τη πάρει ο Χριστός
και χάσει την αξία.
Συριανά Κάλαντα
Χριστός γεννάται σήμερον εν Βηθλεέμ τη πόλει. (δις)
Οι ουρανοί αγάλλονται και χαίρ’ η φύσις όλη. (δις)
Εν τω σπηλαίω τίκτεται εω φάτνη των αλόγων. (δις)
Ο Βασιλεύς των ουρανών και ποιητής των όλων. (δις)
Πλήθος αγγέλων ψάλλουσι το Δόξα Εν Υψίστοις. (δις)
Και τούτο άξιον εστί η των ποιμένων πίστις. (δις)
Κυπριακά Κάλαντα
Καλήν επέραν, άρκοντες,
τζ’ αν είναι ορισμός σας,
Χριστού την Θείαν γέννηση
να πω… να πω στ’ αρχοντικό σας.
Χριστός γεννιέται σήμερα,
στης Βηθλεέμ την πόλιν,
οι ουρανοί αγάλλονται
μαζί, μαζί κι η φύσις όλη.
Γεννιέται μες το σπήλαιον,
στην φάντη των αλόγων,
ο Βασιλιάς των ουρανών
τζι’ ο πλα… τζι’ ο πλάστης ημάς όλων.
Αντζέλοι εις στον ούρανον
ψάλλουν το «Εν υψίστοις»
τζιαι κάτω φανερώνεται
εις στους βοσκούς ο κτίστης.
Που την Περσίαν έρκουνται
τρεις μάγοι με τα δώρα,
έναν αστέριν λαμπερόν
τους ο- τους οδηγεί στην χώρα.
Τζιαι μπαίνουν μες το σπήλαιον, βρίσκουν την Θεοτόκον
τζιαι κράτεν στες αγγάλες της
τον ά- τον άγιόν της τόκον.
Γονατιστοί τον προσκυνούν
τζιαι δώρα του χαρίζουν,
σμύρναν, χρυσόν τζιαι λίβανον,
Θεόν-Θεόν τον ευφημίζουν.
Χριστιανοί σας είπαμεν
ούλην την ιστορίαν
του Ιησού μας του Χριστού
την γέ- την γένναν την αγίαν.
Δώστε τζιαι για τον κόπον μας
ότ’ είναι ορισμός σας
τζιαι ο Θεός μας ο Χριστός
’ναν’ πά- ’ναν’ πάντα βοηθός σας.
Χρόνια πολλά, να ζήσετε,
να ’στε ευτυχισμένοι
τζιαι στο κορμίν τζιαι στην ψυσσιήν
να σά- να σάστεν πλουμισμέμοι.
(Ι)καριώτικα Κάλαντα
Α. Για σένα κόρη όμορφη
ήρθαμε να τα πούμε
και τα καλά Χριστούγεννα
για να σου ευχηθούμε.
Φέρτε μας κρασί να πιούμε
και του χρόνου να σας πούμε.
Και του χρόνου να σας πούμε,
φέρτε μας κρασί να πιούμε.
Αν έχεις κόρη όμορφη,
βάλε τη στο τσιμπίδι,
και κρέμασε την αψηλά,
να μην τη φαν οι ψύλλοι.
Φέρτε μας κρασί να πιούμε
και του χρόνου να σας πούμε.
Και του χρόνου να σας πούμε,
φέρτε μας κρασί να πιούμε.
Σ’ αυτό το σπίτι που ’ρθαμε
καράβια ’ν’ ασημένια,
του χρόνου σαν και σήμερα
να ’ναι μαλαματένια.
Φέρτε μας κρασί να πιούμε
και του χρόνου να σας πούμε.
Και του χρόνου να σας πούμε,
φέρτε μας κρασί να πιούμε.
Για σένα κόρη όμορφη,
ήρθαμε να τα πούμε
και τα καλά Χριστούγεννα
για να σου ευχηθούμε.
Φέρτε μας κρασί να πιούμε
και του χρόνου να σας πούμε.
Και του χρόνου να σας πούμε,
φέρτε μας κρασί να πιούμε.
Β. Καλώς τα τα Χριστούγεννα, καλώς και τις σχολάδες, όπου γεννήθηκε ο Χριστός και λούζονται οι κυράδες.
Καλώς τα τα Χριστούγεννα, θα ’ρθεί και ο Άης Βασίλης, όπου απόσπειρε ο ζευγάς, ψάλλει το πετραχείλι.
Για πλάστε τα χριστόψωμα, Χριστός μας εγεννήθη, για αυτό και μεις τα πλάσαμε για του Χριστού τη νίκη.
Τα άγια Χριστούγεννα της φαμελιάς τραπέζι, όπου το βλόησε ο Χριστός με το δεξί του χέρι.
Ανοίχτε τα κουτάκια σας, τα κλειδαμπαρωμένα, και δώστε μας τον κόπο μας κι ας είναι ευλοημένα.
Δώστε κι εμάς τον κόπο μας, ποιος είναι ο ορισμός σας, Χριστού η θεία γέννηση, να μπει στ’ αρχοντικό σας.
Μικρασιάτικα Κάλαντα (Ερυθραίας)
Χριστούγεννα-Πρωτούγεννα, πρώτη, πρώτη γιορτή του χρόνου.
Εβγάτε, νιοι, και μάθετε πού ο, πού ο Χριστός γεννιέται,
γεννιέται κι ανατρέφεται, με μέ- με μέλι και με γάλα.
Το μέλι τρών’ οι άρχοντες, το γά- το γάλα οι αφεντάδες
και το μελισσοβότανο το λού- το λούζονται οι κυράδες.
Σ’ αυτό το σπίτι πούρθαμε, τα ρά- τα ράφια είν’ ασημένια,
του χρόνου σα ξανάρθομε νάναι, νάναι μαλαματένια.
Σ’ αυτά τα σπίτια πούρθαμε πέτρα, πέτρα να μη ραΐσει
κι ο νοικοκύρης κ’ η κερά χίλια, χίλια χρονιά να ζήσει.
Πολλά ’παμε τ’ αφέντη μας, ας πού- ας πούμε της κεράς μας.
Κερά ψηλή, κερά λιγνή, κερά, κερά καμαροφρύδα,
έχεις και κόρην όμορφη, που δε, που δεν έχει ιστορία,
μηδέ στη πόλη βρίσκεται, μηδέ, μηδέ στη Καισαρεία.
Έχεις και γιον στα γράμματα, υγιόν, υγιόν εις το ψαλτήρι,
να τον αξιώσει ο Θεός, να βά- να βάλει πετραχήλι.
Κάλαντα Αίγινας
Καλημέρα, καλημέρα και πάντα καλημέρα,
να τον καλημερίσουμε αυτόν τον νιον αφέντη.
Αφέντη μου πεντάφεντε, πέντε φορές αφέντη,
πέντε βαστούν το μαύρο σου κι οχτώ το σαλιβάρι
και δέκα σε παρακαλούν, αφέντη καβαλάρη.
Εδώ σε τούτες τις αυλές, τις μαρμαροστρωμένες
κοιμάται κύμα το φλουρί και κύμα το λογάρι
και στον αφρό του λογαριού κοιμάται νιος αφέντης.
Τόνε ξυπνήσω με νερό φοβούμαι μην κρυώσει,
τόνε ξυπνήσω με κρασί φοβούμαι μη μεθύσει.
Εσένα πρέπει, αφέντη μου, στα πεύκα να κοιμάσαι,
με βελουδένιο πάπλωμα να μην κρυολογάσαι.
Και πάλι ξαναπρέπει σου καρέκλα καρυδένια,
για ν’ ακουμπάς τη μέση σου τη μαργαριταρένια.
Και πάλι ξαναπρέπει σου στις λίρες να καθίζεις,
με το ’να χέρι να μετράς, με τ’ άλλο να δανείζεις.
Δώστε μας και τον κόκορα, δώστε μας και την κότα,
δώστε μας και δυο-τρεις κλωτσιές να φύγομ’ απ’ την πόρτα.
Γρεβενιώτικα Κάλαντα
Κόλιντα κι μέλιντα
κι μένα μπάμπου κλούρα.
Αν δε μη δώσεις κλούρα,
θα πάρω τ’ θυγατέρα,
θα τ’ πάω πέρα-πέρα,
θα στ’ κόψω με τ’ μαχαίρα.
Κοζανίτικα Κάλαντα
Κόλιαντα, μπάμπουμ, κόλιαντα κι εμένα κουλιαντίνα
κι αν δεν έχεις κόλιαντα, δος μας ένα σιτζιούκι
κι αν δεν έχεις κι σιτζιούκι, δος μας ένα κουρίτσι.
Και τι του θελς, μπρε μασκαρά, του θκο μου του κουρίτσι;
Να του φιλώ, να του τσιμπώ, να ζιστάν’ του βράδυ.
Ηπειρώτικα Κάλαντα
Ελάτε εδώ, γειτόνισσες
και εσείς γειτονοπούλες,
τα σπάργανα να φτιάξουμε
και το Χριστό ν’ αλλάξουμε.
Τα σπάργανα για το Χριστό,
ελάτε όλες σας εδώ. (δις)
Να πάμε να γυρίσουμε
και βάγια να σκορπίσουμε,
να βρούμε και την Παναγιά,
οπού μας φέρνει τη χαρά.
Τα σπάργανα για το Χριστό,
ελάτε όλες σας εδώ. (δις)
Κοιμάται στα τριαντάφυλλα,
γεννιέται μες στα λούλουδα,
γεννιέται μες στα λούλουδα,
κοιμάται στα τριαντάφυλλα.
Τα σπάργανα για το Χριστό,
ελάτε όλες σας εδώ,
τα σπάργανα να φτιάξουμε
και το Χριστό ν’ αλλάξουμε.
Κάλαντα Χαλκιδικής(Ιερισσός)
Καλήν εσπέραν, άρχοντες, αν είναι ορισμός σας,
Χριστού τη Θεία γέννηση, να (μ)πω στ’ αρχοντικό σας.
Χριστός γεννάται σήμερον, εν Βηθλεέμ τη πόλη,
οι ουρανοί αγάλλονται, χαίρε η φύσις όλη.
Εν τω σπηλαίω τίκτεται, εν φάτνη των αλόγων
κι ο Βασιλεύς των ουρανών κι ο Ποιητής των όλων.
Πλήθος αγγέλων ψάλλουσι το «Δόξα εν Υψίστοις»
και τούτο άξιον εστί, η των ποιμένων πίστις.
Εκ της Περσίας έρχονται τρεις Μάγοι με τα δώρα,
άστρον λαμπρόν τους οδηγεί, χωρίς να λείψει η ώρα.
Φθάσαντες εις Ιερουσαλήμ με πόθον ερωτώσι
πού εγεννήθη ο Χριστός να πά’ να τον ευρώσι.
Διά Χριστόν ως ήκουσε ο βασιλεύς Ηρώδης
αμέσως εταράχτηκε κι έγινε θηριώδης,
ότι πολύ φοβήθηκε διά την βασιλείαν,
μη του την πάρει ο Χριστός και χάσει την αξίαν.
Κράζει τους μάγους και ρωτά πού ο Χριστός γεννάται,
στης Βηθλεέμ ηκούσθηκε, ως η Γραφή διηγάται.
Τους είπε να υπάγουσι και όπου τον ευρώσι,
αφού τον προσκυνήσουσι, να πά’ να τον ειπώσι,
όπως υπάγει και αυτός για να τον προσκυνήσει.
Κάλαντα Πηλίου
Βγαίνουν οι Μάγοι τρέχοντας και τον αστέρα βλέπουν,
φθάνοντες εις το σπήλαιον βλέπουν την Θεοτόκον, που βάστα στας αγκάλας της τον ακριβόν της τόκον.
Γονατιστοί τον προσκυνούν και δώρα του χαρίζουν,
σμύρνα, χρυσόν και λίβανον, Θεόν τον ευφημίζουν.
Την σμύρναν δε ως άνθρωπον, χρυσόν ως βασιλέα,
τον λίβανον-ε ως Θεόν εις όλην την αυλαίαν.
Αφού τον προσεκύνησαν, ιδού πάλι μισεύουν
και τον Ηρώδη μελετούν να πάν’ για να τον εύρουν.
Πλην άγγελος εξ ουρανού βγαίνει, τους εμποδίζει,
άλλην οδόν να πορευτούν, όπου Θεός ορίζει.
Και άλλος πάλι άγγελος τον Ιωσήφ προστάζει
να πάρει και την Μαριάμ εις Αίγυπτον να πάει.
Μετσοβίτικα Κάλαντα
Κόλιντα τσέλιγκα, γεια χαρά και του πασά,
τζι-τζι κάκα, δώσ’ μου τα κουλάκα μη σ’πάρω τα τσουβάλκα.
Χριστούγεννα-Πρωτούγεννα, πρώτη γιορτή του χρόνου,
για ιδέστε, βγείτε, μάθετε πως ο Χριστός γεννιέται,
γεννιέται κι ανατρέφεται με μέλι και με γάλα,
το μέλι τρών’ οι άρχοντες, το γάλα οι αφεντάδες
και το μελισσοβότανο το λούζονται οι κυράδες.
Για κάνετε τον κόπο σας κι ανοίξτε το πουγκί σας
κι αν είστ’ από τους πλούσιους φλουριά μην τα λυπάστε
κι αν είστ’ από τους δεύτερους τάλιρα και δραχμούλες
κι αν είστ’ από τους πάμφτωχους, ένα ζευγάρι κότες.
Σιατιστινά Κάλαντα
Πιδιά μ’ ήρθαν τα κόλιαντα κι όλοι να ’τοιμαστείτι,
πάρτε και τις τζιομάκες σας και στουν Αϊ-Λια να βγείτι
κι απ’ τον Αϊ-Λια στον Πρόδρομο, στα τρία τα πηγάδια,
εκεί θα γέν’ το σύν(τ)αγμα, θα γέν’ το συναγώγι,
εκεί θ’ ανάψ’ τις κλαδάρες, θα πούμε κι από χρόνου.
Κάλαντα Σκιάθου
Χριστούγεννα, Πρωτούγεννα, πρώτη γιορτή του χρόνου
κι η Παναγιά η Δέσποινα καθόταν επί πώλου.
Στη Βηθλεέμ εφτάσανε για να απογραφούνε,
Αυγούστου τη διαταγή να μην την παραβούνε
και πανδοχείον ψάχνανε να βρουν να κοιμηθούνε.
Γυρίσαν δω, γυρίσαν κει, δεν βρήκανε κανένα
και πήγανε στο σπήλαιο που ήταν παραπέρα.
Κι απάνω στα μεσάνυχτα ο ουρανός αστράφτει
κι η Παναγιά κοιλοπονά και για τη φάτνη ψάχνει.
Ποιμένες αγρυπνούσανε, φυλάγανε τη στάνη
ο άγγελος τους πρόσταξε να πάν’ να δουν τη φάτνη.
Χαράν ευαγγελίζομεν, χαράν μεγάλην σφόδρα,
ότι γεννήθηκε ο Χριστός στης Βηθλεέμ τη χώρα.
Ήλθαν και προσεκύνησαν Χριστόν ως Βασιλέα
κι επάνω στο κεφάλι του είδανε τον αστέρα.
Κι οι Μάγοι εξ Ανατολών ήλθαν να προσκυνήσουν,
σμύρνα, χρυσόν και λίβανο, διά να του χαρίσουν.
Στη Βηθλεέμ εφτάσανε, τον βρήκαν στην οικίαν,
καθόταν με τη μάνα του, την Παναγιά Μαρίαν.
Γονατιστοί τον προσκυνούν και δώρα του χαρίζουν
και Οικουμένης Βασιλιά τον αποθανατίζουν.
Χρόνους πολλούς να χαίρεστε, πάντα ευτυχισμένοι
και όλοι μέσ’ στο κάστρο μας, να ’μαστε αγαπημένοι.
Χρόνια πολλά.
Βλάχικα Κάλαντα
Κολίντι, μελίντι,
ντένι, μάϊε, κουλάκου,
κου σου τάλιου αράπου*,
αράπου ντι λα ούσιε,
κου κύπουρου ντι γκούσιε.
Μετάφραση
Κόλιντα, μέλιντα,
δωσ΄ μου, γιαγιά, κουλούρι,
γιατί θα σφάξω τον αράπη,
τον αράπη στην πόρτα (του σπιτιού)
με το κουδούνι στο λαιμό.