Σάββατο 30 Ιανουαρίου 2021. Εορτή των Τριών Ιεραρχών. Υπό άλλες συνθήκες η φετινή γιορτή. Μαζευτήκαμε πρωί στην εκκλησία, αρκετός κόσμος, αλλά απόντες οι μαθητές από τα «δρώμενα». Ήταν όμως εκεί, όλοι οι αδελφοί της ενορίας της Αγίας Μαρίνης Περιστερίου και όχι μόνο, αλλά με σφιγμένη καρδιά και θλιμμένα πρόσωπα, γιατί σήμερα θα τελούσαμε το μνημόσυνό σου.
Ήταν η καταλληλότερη μέρα να σε τιμήσουμε, ως άνθρωπο των γραμμάτων!
Πέρασαν κιόλας σαράντα μέρες από την εκδημία σου, στο λυκαυγές του προηγούμενου χρόνου.
Ήταν πρωί όταν μας ήρθε το μαντάτο από τη Θεσσαλονίκη για το φευγιό σου στην αιωνιότητα. Κι έκτοτε έγινε η ψυχή μας κατώδυνος. Ένας κόμπος στέκεται στον λαιμό μας και περισφίγγει την καρδιά μας.
Πού πορεύη πάτερ; Πού έφυγες από κοντά μας; Κοιτάζω τη φωτογραφία σου πάνω στο τραπέζι κι αναρωτιέμαι:
Μήπως πήγες σε «ταξίδι ανεφοδιασμού» στο Άγιον Όρος;
Μήπως ήθελες να πάρεις κι άλλη χάρη από το περιβόλι της Παναγίας;
Μήπως να λάβεις οδηγίες για «ειδική αποστολή» ;
Αναρωτιέμαι μήπως πήγες να κηρύξεις λόγο «αντιαιρετικό» προσκεκλημένος από κάποια Μητρόπολη;
Μήπως καθυστέρησες στον τηλεοπτικό σταθμό για να γράψεις την εβδομαδιαία εκπομπή σου στο West της Κοζάνης;
Μην αργείς, σε περιμένει κόσμος στο μοναστήρι στο Παλαιογράτσανο. Μαζεύτηκαν τα πνευματικά σου παιδιά να αφήσουν στο πετραχήλι σου τα κρίματά τους.
Σκοτείνιασε και δεν φάνηκες. Τι θα πούμε στους ανθρώπους που περιμένουν; Πώς θα τους διώξουμε χωρίς να τους πεις παρήγορο λόγο; Σε ζήτησαν πολλοί, και τα παιδιά από την Κοζάνη, ακόμη και από την Αμερική σε πήραν τηλέφωνο και σε ψάχνουν εναγωνίως για να τους στηρίξεις. Σε περιμένει κι η Χριστίνα από μακριά να την καθοδηγήσεις.
Μα εσύ δεν φαίνεσαι. Πού είσαι; Γιατί τώρα δεν απαντάς στις κλήσεις μας; Εσύ πάντα ήσουν γρήγορα παρών σε όλα.
Έτσι ήσουν από νεαρός φοιτητής, όταν ήρθες στον Άγιο Ιερόθεο στην Αθήνα και μας έκανες κατηχητικό. Εμείς ανέμελα σχολιαρόπαιδα, σε βλέπαμε με θαυμασμό. Μας έκανε εντύπωση η καθάρια ματιά σου, η άρθρωση της φωνής σου, ο στόμφος που έδινες στον λόγο σου, τα διδακτικά παραδείγματά σου.
Κι έτσι παρέμεινες…..
Το ίδιο προσηνής και διδακτικός, με εκείνο το πηγαίο χαμόγελο σε ζήσαμε, ως αρχηγό, στις πλαγιές της Πρώτης, στις κατασκηνώσεις της Μητροπόλεως Φλωρίνης.
Τι να πρωτοθυμηθούμε, την πρωινή προσευχή, τα μαθήματά σου, τον αγιογραφικό διαγωνισμό, το θεατρικό σου ταλέντο στα σκετς, την ευγένεια των τρόπων σου, την απουσία θυμού, το πράο του χαρακτήρα σου, την ταπείνωσή σου, την αστείρευτη αγάπη σου;
Κι όταν έλαβες το της ιεροσύνης χάρισμα πολλαπλασιάστηκαν οι αρετές σου. Έγινες από ρυάκι χείμαρρος που άρδευες τη Χάρη του Θεού στις διψασμένες ψυχές μας. Μειλίχιος δάσκαλος, άριστος επιστήμονας, καλός παιδαγωγός, γνώστης των Πατέρων, ερμηνευτής των Γραφών, εξαίρετος συγγραφέας που στήριζες πολλαπλώς τη νεότητα.
Είχες αγάπη και τρομερή διάκριση. Ποτέ δεν έδινες τις ίδιες συμβουλές σε όλους, αλλά στον καθένα ανάλογα με το δοχείο του, ανάλογα με τις ανάγκες του.
Πού πορεύη πάτερ Αυγουστίνε;
Με γενναίο φρόνημα και ταπεινή διάθεση δέχτηκες τους ποικίλους διωγμούς σου «έργοις».
Με απαράμιλλη αγάπη απάντησες σε κάθε διωγμό σου. Μετέτρεπες τη ζήλια προς το πρόσωπό σου σε ατελείωτη δοξολογία προς τον Εσταυρωμένο.
Τι σημασία έχει, κι αν δεν βρέθηκαν δυο επίσημες αράδες διαθέσιμες στη Μητρόπολή σου, να αναγγείλουν τον αδόκητο θάνατό σου;
Σου φθάνουν τα εκατοντάδες σχόλια ευγνωμοσύνης προς το πρόσωπό σου, που έγραψαν αυθόρμητα, την ίδια κιόλας ημέρα, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης άνθρωποι απλοί, που σε έζησαν και γεύτηκαν στη ζωή τους το πνευματοφόρο πέρασμά σου.
Σου φθάνουν τα «κεκρυμμένα αγαθά σου έργα», που τα φανερώνουν οι πολλαπλά ευεργετηθέντες από σένα.
Τι κι αν δεν ήρθαμε στην κηδεία σου να σηκώσουμε στα ανάξια χέρια μας το αγιασμένο σκήνωμά σου;
Τι κι αν δεν μπορέσαμε να σου ψάλλουμε ζωντανά το «Χριστός Ανέστη»;
Τι κι αν δεν κατακλύστηκε, λόγω απαγόρευσης, το Παλαιογράτσανο από τον κόσμο που ήθελε να σε αποχαιρετήσει;
Τι κι αν ………..;
Σου φθάνει που σε σήκωσαν στα χέρια Άγγελοι του Ουρανού με πηδαλιούχο τον Άγιο Νεκτάριο, τον προστάτη σου, και σε οδήγησαν μπροστά στον Θρόνο του Θεού για να προσκυνήσεις.
Σου φθάνει που προγεύεσαι τις «άρρητες πραγματικότητες» του παραδείσου, που αναπαύεσαι δίπλα στην Παναγία, τον Πρόδρομο, τους δεδιωγμένους Αγίους και καταυγάζεσαι από τον Ήλιο της Δικαιοσύνης μαζί με όλους τους σεσωσμένους «ότι Κύριος ο Θεός φωτιεί αυτούς και βασιλεύσουσιν εις τους αιώνας των αιώνων».
Πού πορεύη πάτερ Αυγουστίνε;
Μείναμε ορφανοί, χωρίς μπούσουλα, μας φεύγουν οι «άγιοι», οι αγωνιστές, οι ορθοφρονούντες, οι ταπεινοί στην καρδιά, οι βαρείς λύκοι καραδοκούν, «ποιμένες» κωφεύουν, το σκάφος της Εκκλησίας κλυδωνίζεται.
Με τη βεβαιότητα, ότι ο Κύριος δεν θα αφήσει την Εκκλησία Του, σε παρακαλούμε να εύχεσαι διακαώς για όλους εμάς, να μείνουμε γαντζωμένοι στο κλυδωνιζόμενο σκάφος της Εκκλησίας, εδραίοι στην πατροπαράδοτη πίστη και να μην μας παρασύρουν τα αδυσώπητα κύματα της αποστασίας.
Για όλους εμάς που σε αγαπήσαμε πολύ, θα ζεις εσαεί μες στις καρδιές μας!!
Κλείνω με τα τελευταία λόγια που ψέλλισες στην επίγεια ζωή σου :
«Δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν».
Καλή Ανάσταση αγαπημένε μας πατέρα.