Όλο και περισσότερο ισχυροποιείται μέσα του η πεποίθηση πως το μυστήριο της ζωής κρύβει αλήθειες και νοήματα που υπερβαίνουν τις νοητικές λειτουργίες του ανθρώπου και πως ο μόνος τρόπος κατανόησή τους είναι η υπέρβαση της λογικής!
Αυτή η κατανόηση του μυστηρίου δεν είναι εφικτή μέσω της επιστημονικής γνώσης, αφού πρόκειται για θαύμα και είναι ζήτημα βιωματικής εμπειρίας και πίστης. Όσο, όμως, συνεχίζει να ταξιδεύει τόσο αμφιβάλλει αν υπάρχει μέσα του ο κατάλληλος και επαρκής εκείνος χώρος για να χωρέσει το αχώρητο!
Πάντως συνεχίζει ακάθεκτος το μεγάλο ταξίδι στη γνώση… Δύσκολη η περιπλάνηση στα χρόνια της προϊστορίας, αλλά θεωρεί πως δεν μπορώ να την αποφύγει, γιατί μέσα από αυτή θα περάσει με ασφάλεια στην εποχή της ιστορίας!
Στην Αφρική πριν από διακόσιες έως εκατό χιλιάδες χρόνια εξελίχθηκαν οι ανατομικά σύγχρονοι άνθρωποι. Οι πρώτοι εκείνοι κυνηγοί – τροφοσυλλέκτες με τη δεξιοτεχνία τους στην κατασκευή εργαλείων και τις επικοινωνιακές τους ικανότητες για να οργανώνονται σε ομάδες, ήταν οι μοναδικά εξοπλισμένοι για να εξερευνήσουν νέα περιβάλλοντα και να εγκατασταθούν σ΄αυτά. Το μεγαλύτερο μέρος του πλανήτη μας το είχαν αποικήσει τριάντα χιλιάδες χρόνια ενωρίτερα.
Αργότερα, στο αποκορύφωμα της ύστερης εποχής των παγετώνων, δηλαδή πριν από είκοσι χιλιάδες χρόνια, κατάφεραν να προσαρμοστούν, βελτίωσαν την τεχνολογία των εργαλείων τους, πράγμα που τους επέτρεπε να εκμεταλλευτούν πλήρως τους εξαντλημένους πόρους και χρησιμοποίησαν ανθεκτικά καταφύγια, όπως και ζεστά ρούχα για να επιβιώσουν στις αντίξοες συνθήκες. Όσο δε, ανέβαιναν οι θερμοκρασίες και υποχωρούσαν οι εκτάσεις πάγου, τόσο πλήθαιναν τα φυτά και τα ζώα και νέες περιοχές αποικούνταν. Και κάπως έτσι φτάσαμε πολύ κοντά στα δέκα χιλιάδες χρόνια πριν το σήμερα.
Η αύξηση του ανθρώπινου πληθυσμού πριν από εννέα χιλιάδες χρόνια και το εντατικό κυνήγι συνετέλεσαν στην πλήρη σχεδόν εξαφάνιση των μεγάλων θηλαστικών, όπως τα μαστόδοντα και τα μαμούθ. Ομάδες κυνηγών – τροφοσυλλεκτών, περίπου πριν από οκτώ χιλιάδες χρόνια, ζούσαν σε μόνιμους καταυλισμούς, στη Μέση Ανατολή, συλλέγοντας άγρια δημητριακά και εξημερώνοντας τοπικά ζώα, ενώ είχε αρχίσει και η μετάβαση στη γεωργία. Είναι η εποχή που η ανθρωπότητα μπαίνει σε μια καινούργια φάση με πολλές καινοτομίες, όπως τα ραμμένα ρούχα, οι αποδοτικότερες κατοικίες και τα καλοσχεδιασμένα εργαλεία.
Η βελτίωση των καιρικών συνθηκών, η αλλαγή του κλίματος με υψηλότερες θερμοκρασίες και αυξημένες βροχοπτώσεις είχαν ως αποτέλεσμα την αφθονία, αλλά και την ποικιλία τροφών, τον πολλαπλασιασμό του πληθυσμού και την επέκταση του εποικισμού του πλανήτη. Σε πολλές περιοχές οι άνθρωποι άρχισαν να ζουν μαζί, να οργανώνονται σε μεγαλύτερες, πιο μόνιμες κοινότητες, να εργάζονται ομαδικά και να αναπτύσσουν πιο εξειδικευμένους ρόλους μέσα στην ομάδα. Η ταυτότητα της ομάδας ενισχύθηκε με τη χρήση τελετών και συμβόλων, οπότε έχουμε τις απαρχές μιας πραγματικά σύγχρονης συμπεριφοράς. Στον μεταπαγετωνικό κόσμο όλα αλλάζουν και εξελίσσονται.
Στη δυτική Ασία, πριν από εφτά περίπου χιλιάδες χρόνια, η γεωργία ήταν πλέον το κύριο μέσο συντήρησης, ενώ σε άλλες περιοχές, το κυνήγι και η συλλογή τροφής εξακολουθούσαν να παραμένουν ο κατεξοχήν τρόπος επιβίωσης.
Στα επόμενα, όμως πέντε χιλιάδες χρόνια που ακολούθησαν, η γεωργία καθιερώθηκε και μάλιστα σε κάποιες περιοχές κατά τρόπο και σε βαθμό που θα μπορούσαμε να μιλάμε για τη γεωργική επανάσταση των πρώτων εκείνων κοινωνιών.
Η γεωργία συντηρούσε μεγαλύτερους πληθυσμούς και το μέγεθος των οικισμών διαρκώς αυξανόταν, ενώ την ίδια ακριβώς περίοδο κάνει την εμφάνισή της μια ομάδα εξειδικευμένων τεχνιτών, αφού οι μεγαλύτερες κοινότητες δημιούργησαν καινούργιες ανάγκες, νέες απαιτήσεις και κατά συνέπεια νέες δυνατότητες.
Αυτές όλες οι εξελίξεις προλείαναν το έδαφος για την ίδρυση πολύ μεγαλύτερων πόλεων, από τις οποίες τελικά προέκυψαν τα κράτη. Οι εύφορες παραποτάμιες κοιλάδες του Νείλου, του Τίγρη, του Ευφράτη, του Ινδού και του κίτρινου ποταμού, ήταν ικανές να συντηρήσουν πολύ μεγάλους πληθυσμούς, γι αυτό κι εκεί εμφανίστηκαν οι μεγάλοι αστικοί πολιτισμοί του αρχαίου κόσμου.
Μολονότι, όμως, οι πόλεις αναπτύχθηκαν (ανεξάρτητες) σε πολλές περιοχές, διέθεταν κοινά χαρακτηριστικά, ενώ οι αστικές κοινωνίες ήταν ιεραρχικές, με περίπλοκους εργασιακούς διαχωρισμούς.
Διοικούνταν οικονομικά και πνευματικά από μια εκλεκτή εγγράμματη τάξη και σε κάποιες περιπτώσεις, υπάγονταν στο θεϊκό μονάρχη, αλλά τα μνημεία συνέχιζαν να συμβολίζουν και να εκφράζουν την ισχύ της άρχουσας ελίτ.
Σε άλλες περιοχές, οι αγροτικές κοινότητες συναθροίζονταν, δημιουργώντας τελετουργικά κέντρα ή ταφικές τοποθεσίες, ενώ οι τεχνίτες επιδίδονταν σε νέα υλικά και τεχνικές, όπως η χύτευση χαλκού – ορείχαλκου και η εμφιάλωση των πήλινων αγγείων.
Η αναφορά σε αυτές τις βασικές εξελίξεις οδηγεί ανεπιφύλακτα στο συμπέρασμα ότι οι αστικές και μη αστικές κοινωνίες προχωρούσαν προς την πρόοδο και σταδιακά ανέβαιναν όλο και σε υψηλότερες βαθμίδες πολιτισμού και κοινωνικής οργάνωσης!
Ηλίας Κ Μάρκου