Στη φιλοσοφία της δυτικής Ευρώπης, κοντά στο κλείσιμο της δεύτερης μ.Χ χιλιετίας, είναι περισσότερο από εμφανείς τρεις από τις βασικές τάσεις: του θετικισμού, του πραγματισμού και της βουλησιαρχίας. Με την πρώτη να δέχεται ως αποκλειστική περιοχή γνώσεως τα θετικά γεγονότα, τα λεγόμενα «αντιληπτά κατ΄ αίσθηση», απορρίπτοντας κάθε έννοια μεταφυσικής, τη δεύτερη να δέχεται ότι μόνον ό,τι είναι ωφέλιμο και ό, τι προάγει τη ζωή είναι αληθινό και την τρίτη να θεωρεί τη βούληση ως την υπέρτατη αρχή που διέπει τα του κόσμου.
Η φιλοσοφία του θετικισμού ή επιστημονισμού και του πραγματισμού θεοποιεί τη χρησιμοθηρική γνώση, κάτι που στη σκέψη του Αριστοτέλη δε θα μπορούσε ποτέ να γίνει ανεκτό. Έτσι, οι γνώσεις είναι αληθινές αν έχουν κάποια εφαρμογή και όχι αν συμφωνούν με την «πραγματικότητα».
Όσο, όμως, κι αν νομίζει κανείς πως η φιλοσοφία αυτή είναι αναιμική, αποτελεί με τη σειρά της την ερμηνεία μιας άλλης πραγματικότητας. Είναι κοντολογίς μια ιδιόμορφη «μεταφυσική», μια και ανατρέποντας τα προηγούμενα δεδομένα εξαντλεί το νόημα του κόσμου και της ζωής μόνο στην εφαρμογή και την πράξη.
Πάντως, διάχυτη είναι σήμερα στον κόσμο της διανόησης η άποψη, πως ο δυτικός τρόπος σκέψης και κυρίως το αμερικάνικο πνεύμα είναι το δίπολο του πολιτισμού που οδήγησε τον άνθρωπο στη διάσπαση της υπαρξιακής του ενότητας, στο διαχωρισμό της λειτουργικότητάς του σε θεωρία και πράξη, κάτι που δεν αποδέχθηκε ποτέ, τόσο η αρχαία ελληνική φιλοσοφία, όσο αργότερα και η βυζαντινή.
Κατά τους πραγματιστές, ο άνθρωπος είναι ον πρακτικό και όχι θεωρητικό, ενώ η αλήθεια κατά τη φιλοσοφία αυτή είναι να ενεργούμε σωστά και αποτελεσματικά. Έτσι, το κριτήριο της αλήθειας είναι μόνον η δοκιμή της πράξεως, αφού ακόμη και η θρησκεία είναι αληθινή, εφόσον κάνει τους ανθρώπους ευτυχείς, ενάρετους και αποτελεσματικούς στη σωστή κοινωνική δράση.
Ωφελιμισμός και συμπεριφορά είναι τα μοναδικά κριτήρια που μας δίνουν προσβάσεις για τη διαπίστωση κάθε αλήθειας. Η φιλοσοφία αυτή, που σχετίζεται άμεσα, θα έλεγε κανείς με την αμερικανικής προελεύσεως ψυχολογία της συμπεριφοράς, παρουσιάζεται στα ίδια αυτά μέτρα σε όλους τους εκπροσώπους της, παρόλες τις επιμέρους διαφοροποιήσεις. Και μπορεί να είναι εύλογος ο παραλληλισμός του θετικισμού με την αντιφιλοσοφική τάση, αφού κυριαρχικά καλλιέργησε τον άκρατο και στενό επιστημονισμό, αλλά εξίσου εύλογος είναι και ο αντίλογος που τον θέλει μια φιλοσοφική ερμηνεία του λειτουργικού ρόλου της επιστήμης.
Η φιλοσοφική πάντως πραγματικότητα φανερώνει πως, μετά τον κορεσμό του ορθολογισμού, της εμπειριοκρατίας, του θετικισμού, του πραγματισμού, του ρομαντισμού και της ιδεοκρατίας, ο δυτικός πολιτισμός αναζήτησε νέους τρόπους εκδήλωσής του στη σκέψη, αλλά και στη ζωή των ανθρώπων.
Ηλίας Κ Μάρκου
[email protected]