Τώρα Μαϊά , τώρα δροσιά ,τώρα το καλοκαίρι
Τώρα κι ο ξένος βόλιασιν, να πάει στα ιδικά του.
Νύχτα σελών΄ τον μαύρο του, νύχτα τον καλιγώνει.
Βάνει τα πέταλα αργυρά κι τα καρφιά ασ΄μέϊνα.
Κι τα καλιγοσφύρια του, βάνει μαλαματέϊνα.
Μάη μ΄Μάη μ΄χρυσουμάημ΄, τι μας άργησες και δε φάνηκες.
Να μας φέρεις τα λουλούδια και την άνοιξη, σήκω λούσου κι άλλαξι.
Ιμείς του Μάη τουν ξέρουμι πως είνι σκανταλιάρης.
Που σκανταλιζ’ ι τις έμορφις κι αυτές τις μαυρομάτις.
Πόχουν το μάτι σαν ιλιά, του φρύδι σαν γαϊτάνι .
Του κάτου του ματόφυλλου σαν της ελιάς του φύλλου.
Μαη μ΄ Μαη μ΄……
Του Μάη κρασί μην πίνιτι, όξου μην κοιμηθείτι.
Τρία πιδιά παλάβουσαν κι πήραν τα σουκάκια.
Σέρνουν ψουμί για τα σκυλιά, κρέας για τα λιουντάρια,
Σέρνουν κι αγαπουβότανου, γι αυτές τις μαυρουμάτις.
Τους στίχους αυτούς, τους είχε πει ο παππούς του Γεωργάκα Βασίλη , Γιαννάκης Κακλής που έμενε στα Ηπειρώτικα, που πέθανε γυρω στο 1980, στον θειό μου Νίκο Γούλα που είχε το φούρνο δίπλα από την εκκλησία των Αγ. Αναργύρων .
Ο θείος, το έγραψε και τόδωσε στον αδελφό μου Χάρης Γελαδάρη.
Γεώργιος Γελαδάρης