Η Άλωση είναι κοσμοϊστορικό γεγονός, αλλά δεν θα αναφερθώ στα σχετικά γεγονότων, ούτε θα μπω στον πειρασμό να συγκρίνω την Άλωση του 1453 με τη σημερινή επικείμενη Άλωση. Επίσης, δεν θα μπω στη συζήτηση περί Γένους, Έθνους, Κράτους. Προφανώς δεν μπορούμε να μιλάμε για «κατασκευή έθνους» το 1830, αλλά ούτε και για «ελληνικό έθνος» κατά την Τουρκοκρατία. Οι λόγιοι της εποχής αναφέρονται βέβαια συνήθως στο «χριστιανικόν και ορθόδοξον γένος», και σε «νέους Έλληνες, γένος των Ελλήνων, γένος των Γραικών, Ελλήνων απογόνους» (κυρίως κατά τον νεοελληνικό Διαφωτισμό), χωρίς να αποτελούν όμως οι όροι αυτοί απόδειξη εθνικής ταυτότητας, τουλάχιστον όπως τη δεχόμαστε σήμερα. Εδώ θα προσπαθήσω να ασχοληθώ με τα βασικά στοιχεία σε μια κοινωνία και ένα κράτος, στο παράδειγμα του τέλους του Βυζαντίου καθώς και του Νέου Ελληνισμού. Η ύπαρξη ή έλλειψη των βασικών αυτών στοιχείων καθορίζει την αποσύνθεση ή ανάπτυξη ενός κράτους.
Ι.
Όσον αφορά στο Βυζάντιο, υπενθυμίσω πέντε βασικά στοιχεία: 1. Το Βυζάντιο, ως κληρονόμος της οικουμενικής Ρώμης (Νέα Ρώμη), υπήρξε πολυεθνικό κράτος αρχικώς, αλλά προς το τέλος περισσότερο ελληνικό, ως πολιτιστική έκφραση όμως, και όχι ως ιστορική απευθείας συνέχεια από την Αρχαιότητα. 2. Είναι συνέχεια ενός εκχριστιανισμένου ελληνισμού και ενός εξελληνισμένου χριστιανισμού. 3. Δεν είχε χαρακτήρα επιθετικό ‒μετά βέβαια την ουτοπική προσπάθεια του Ιουστινιανού‒, όπως συμβαίνει με τις αυτοκρατορίες. 4. Βρισκόταν σε γεωπολιτικά κομβικό σημείο, δεχόταν συνεχώς επιδρομές ως διέξοδος προς τη θάλασσα, ή προς επέκταση στην Ανατολή. Παρά ταύτα, επέτυχε να διατηρήσει την ασφάλεια των κατοίκων του αλλά και την ιδιαίτερη πολιτιστική έκφραση και νοοτροπία επί αιώνες. Η γεωγραφική κατανομή ευθυνόταν και για τις τάσεις διάσπασης από φυγόκεντρες δυνάμεις.
Το σημαντικότερο: Το βυζαντινό κράτος στηριζόταν σε τρεις σταθερές: α) το ελληνορωμαϊκό δίκαιο (επηρεασμένο και από τον χριστιανισμό), β) τον εκχριστιανισμένο ελληνικό πολιτισμό, γ) τη χριστιανική πίστη, εξελληνισμένη όμως, και όχι ως σέκτα ιουδαϊκή. Τα ανωτέρω αλληλοπεριχωρούμενα στοιχεία αντιστοιχούν στα τρία βασικά συστατικά ενός κράτους: ΝΟΜΟΣ (θεσμοί, οργάνωση του κράτους, ώστε να υπάρξει στη συνέχεια ανάπτυξη οικονομική και κοινωνική συνοχή), ΛΟΓΟΣ (πολιτισμός, νοοτροπίες, mentalité, γράμματα, τέχνη), ΣΚΟΠΟΣ, με έναν άλλο όρο ευτυχία, δηλ. ολοκλήρωση της προσωπικότητας πολιτών και κοινωνίας, κατεύθυνση και λυτρωτικό νόημα ζωής. Τα τρία στοιχεία αντιστοιχούν στο τριμερές της ψυχής, όπως το γνωρίζουμε από τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη, λογιστικό, θυμοειδές, επιθυμητικό, διαίρεση που υιοθέτησαν και οι Πατέρες της εκκλησίας. Το κράτος πρέπει να στοχεύει σε κάτι πέρα από την ελευθερία, την ανεξαρτησία, την ασφάλεια, τον νόμο, την ευμάρεια και τον πολιτισμό.
Δεν θα αναφέρω πώς έφθασε το Βυζάντιο στην παρακμή, αλλά 3 εσωτερικές αιτίες αποσύνθεσης, χωρίς να λαμβάνω υπόψιν εξωτερικούς παράγοντες: 1. Έλλειψη κοινωνικής-οικονομικής συνοχής λόγω της ισχύος των δυνατών, και ταυτόχρονα φυγόκεντρες δυνάμεις, διαλυτικές του κράτους, εμφύλιες συρράξεις. 2. Παρακμή ηθών, εξαχρείωση πολιτιστική, προλεταριοποίηση. 3. Θρησκευτικές διαμάχες και ηθική παρακμή κλήρου. ΝΟΜΟΣ και ΛΟΓΟΣ ατόνησαν, καθώς προσωπικές φιλοδοξίες, ιδιοτέλειες, οικονομική ανέχεια, εκτόπισαν τη χριστιανική πίστη και τη συλλογικότητα από τη θέση του ΝΟΗΜΑΤΟΣ και ΣΚΟΠΟΥ του κράτους, ώστε αυτό πλέον δεν μπορούσε να δώσει λυτρωτική διέξοδο στους πολίτες. Δηλ. η «ανάδυση του υποκειμένου» επισυνέβη σε διαλεκτική σχέση προς τους άλλους, όχι υπό μορφήν διαλόγου αλλά αντίθεσης. Έτσι, το δίλημμα «πάπας ή φακιόλιον» ήταν στην ουσία ψευδοδίλημμα, καθώς μάλιστα το 1453 δεν υπήρχε δύναμη να αντιμετωπίσει τους Οθωμανούς, και η υποστήριξη από τη Δύση αποδείχθηκε ψευδαίσθηση, παρά το γεγονός ότι η πολιτική εξουσία είχε αποδεχτεί την υποταγή στον πάπα. Το πρόβλημα τότε, όπως και σήμερα, δεν είναι η απάντηση σε κάποιο δίλημμα, αλλά η θεραπεία της βασικής αιτίας της παρακμής. Στο τέλος, ο Παλαιολόγος έσωσε την τιμή του βυζαντινού Ελληνισμού, ενώ στη συνέχεια το Γένος έκανε τον «κανόνα» του, όπως θα έλεγαν οι μοναχοί.
ΙΙ.
Στην Τουρκοκρατία τον ελληνορωμαϊκό ΝΟΜΟ και την εξουσία αντικατέστησε το οθωμανικό δίκαιο και ο σουλτάνος, και σε ένα δεύτερο επίπεδο εξουσίας η Εκκλησία. Οι χριστιανοί ήταν πολίτες δεύτερης κατηγορίας, αλλά υπήρχαν θεσμοί, που ναι μεν επέβαλλαν βαριά φορολογία, έδωσαν όμως την ευκαιρία στους ραγιάδες σε βάθος χρόνου να αναπτυχθούν κοινωνικά και οικονομικά. Ως προς τον ΛΟΓΟ (πολιτισμό), τον ελληνοβυζαντινό πολιτισμό επηρέασε ο οριενταλισμός. Παρά τις οθωμανικές επιρροές όμως, η Εκκλησία διατήρησε τον βασικό πυλώνα του πολιτισμού, τη γλώσσα, τη λαϊκή παράδοση, τη νοοτροπία. Τέλος, ως ΣΚΟΠΟΣ του οθωμανικού κράτους, από την πλευρά των Ελλήνων υποδούλων, ήταν η οικονομική επιβίωση και πρόοδος, αλλά και η διατήρηση της πίστης.
Μετά από έναν και πλέον αιώνα δουλείας, οι υπόδουλοι άρχισαν να οργανώνονται σε Κοινότητες υπό τον τοπικό επίσκοπο και τη δημογεροντία, τόσο στον ελληνικό χώρο όσο και στις Παροικίες. Έτσι, από την πόλη-κράτος της Αρχαιότητος και την αυτοκρατορική περίοδο επί Βυζαντίου, ο Νέος Ελληνισμός οργανώνεται στη βάση, στην ενορία, στο χωριό, στην πόλη. Στη διασπορά οι απόδημοι οργανώνονται σε κομπανίες, ενώ έχουν πάντοτε ως κέντρο τον ναό. Οι υπόδουλοι αναπτύσσουν εμπόριο, ναυτιλία, βιοτεχνία, στον ελληνικό χώρο και στη διασπορά. Η οικονομική ανάπτυξη οδήγησε στη ίδρυση σχολείων και ώθησε την Παιδεία. Εμφανίζονται αυτοδημιούργητοι Novihomines στην οικονομία, αλλά και σε επίπεδο εξουσίας, όπως κατά το 18ο αι. οι γνωστοί Φαναριώτες. Ο Νέος Ελληνισμός, από τα μέσα του 17ου κ.ε. εμφανίζει αυτοπεποίθηση και δυναμισμό, βαθμηδόν αυξανόμενο ώς την Επανάσταση. Οι Έλληνες επηρεάζουν άλλους βαλκανικούς λαούς, διαθέτουν κοινότητες σε ευρωπαϊκές μητροπόλεις, ενισχύουν την παρουσία τους στη Ρωσία. Αλλά και ο σουλτάνος χρησιμοποιεί Έλληνες στη διοίκηση, αλλά και στον ανεφοδιασμό της Πύλης με προϊόντα. Η κοινωνική-οικονομική πρόοδος ωθεί την Παιδεία, η οποία στη συνέχεια θέτει ως αίτημα την ελευθερία του ατόμου αλλά και του λαού, διαδικασία που αποτελεί νομοτελειακό κοινωνικό προτσές.
Υπάρχουν όμως και σοβαρά προβλήματα: 1. Αυθαιρεσίες οθωμανών, συνεργασία Ελλήνων με οθωμανικό κράτος σε τοπικό επίπεδο εις βάρος ομοεθνών, διαμάχες για τα κοτζαμπασιλίκια, χρέη ιδιωτικά, κοινοτικά, εκκλησιαστικά. 2. Οικονομική ανάπτυξη υπάρχει βέβαια, κυρίως όμως στις παροικίες αλλά και σε κάποιες απόμερες περιοχές της ορεινής και νησιωτικής Ελλάδος, ενώ ο χαρακτήρας της οικονομίας των Ελλήνων παραμένει μεταπρατικός, σε συνεργασία κυρίως με άγγλους εμπορικούς πράκτορες. Επίσης, υπάρχουν μεγάλες ανισότητες, παρά το φαινόμενο του ευεργετισμού, ενώ δεν έχει μορφωθεί ακόμη αστική τάξη, υπάρχει όμως αστική συνείδηση στους Έλληνες οθωμανικών μητροπόλεων και στη Διασπορά. 3. Ως προς τη νοοτροπία, κυριαρχεί ο προφητικός λόγος, η εσχατολογία, με έλλειψη ρεαλιστικής αντιμετώπισης της κατάστασης. Η Παιδεία αναπτύσσεται μεν, αλλά αφορά περιορισμένο αριθμό μαθητών. Στην εκπαίδευση συχνές είναι οι προσωπικές διαμάχες, σπανιότερα οι ιδεολογικές, που θα σημειωθούν προς το τέλος του 18ου αιώνα. Μοιραία υπήρξε τέλος η διαμάχη μεταξύ παράδοσης και ανανέωσης.
Και αυτό είναι το κυριότερο πρόβλημα του Νέου Ελληνισμού, δηλ. ποια κατεύθυνση θα ακολουθήσει: 1. Να παραμείνει προσκολλημένος στην παράδοση, ως συνέχεια της βυζαντινής-ρωμαίικης παράδοσης εντός του οθωμανικού κράτους, προσπαθώντας να αποκτήσει περισσότερο χώρο; 2. Να επιλέξει τη δημιουργία ενός νεοελληνικού κράτους που θα συνδέεται με την Αρχαιότητα; 3. Το σωστό ήταν το τρίτο, που δεν επελέγη: Η σύνθεση, δηλ. η ανανέωση της ελληνοχριστιανικής παράδοσης υπό την επίδραση του νέου επιστημονικού πνεύματος και του ορθολογισμού του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού. Οι Νεοέλληνες πριν από την Επανάσταση απέτυχαν να συζεύξουν τον αρχαιοελληνικό ορθολογισμό και τη χριστιανική παράδοση, όπως είχε πράξει το Βυζάντιο. Η ιδεολογική διαμάχη διακόπηκε χωρίς αποτέλεσμα, λόγω των εξελίξεων. Έμποροι, κοτζαμπάσηδες της Πελοποννήσου και νησιώτες καπετάνιοι προχώρησαν στην Επανάσταση την οποία δεν οργάνωσαν ούτε οι λόγιοι ούτε το Πατριαρχείο, η οποία αναπόφευκτα είχε τα παρακάτω δομικά προβλήματα.
Πέρα από το γεγονός ότι δεν ήταν καθολική, δεν διέθετε: α) ΝΟΜΟ: ούτε ως λόγο ούτε ως ήθος, ούτε και νοοτροπία υπακοής σε συλλογικότητες, καθώς οι αγωνιστές είχαν ανυπότακτο χαρακτήρα και προσωπικές φιλοδοξίες, ώστε προκλήθηκε αμέσως εμφύλιος. Η Επανάσταση δεν διέθετε βέβαια πόρους, ώστε αμέσως συνήφθησαν επαχθή δάνεια. β) ΛΟΓΟ: δεν υπήρχε αστική τάξη, παρά μια κοινωνία φεουδαρχική βαλκανικού τύπου, η οποία δεν μπορούσε να διαχειριστεί τη νέα κατάσταση. γ) ΣΚΟΠΟ:Οι αγωνιστές, θυσιάστηκαν μεν για την ελευθερία, αλλά δεν είχαν συνείδηση περί του είδους του κράτους που ήθελαν να οργανώσουν, καθώς δεν είχαν πλήρη συνείδηση της ιστορικής πορείας του Γένους. Η έλλειψη consensus σχετικά με την ταυτότητα και την πορεία του Γένους υπήρξε μοιραία για τη συνέχεια. Ο Κολοκοτρώνης μπορεί να έθεσε τις δύο βασικές προτεραιότητες της Επανάστασης, «Πίστη και Πατρίδα», δηλ. η χριστιανική πίστη ως τελικός ΣΚΟΠΟΣ του κράτους, και η ελευθερία της πατρίδος. Η συνέχεια όμως ήταν διαφορετική, καθώς, όταν η ελευθερία δεν συνοδεύεται από ΝΟΜΟ, ΛΟΓΟ, ΣΚΟΠΟ, οι λαοί επανολισθαίνουν στην υποτέλεια.
ΙΙΙ.
Η μετάλλαξη του Ελληνισμού στο νέο κράτος και ως σήμερα ήταν αναπόφευκτη: α) Τον ΝΟΜΟ, την οργάνωση ανέλαβαν οι Βαυαροί τοποτηρητές. β) Αφού εξοβελίσθηκε το Πατριαρχείο με την ίδρυση Αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Ελλάδος, αλλά και οι Διαφωτιστές από τον ρομαντισμό και κλασικισμό των Γερμανών και γερμανοτραφών διανοουμένων και τεχνοκρατών, εγκαθιδρύθηκε μια νέα νομεγκλατούρα, ξένη προς την οργανική συνέχεια της ελληνικής παράδοσης. Η νέα εξουσία και ιντελιγκέντσια προέβαλαν τη ρομαντική ευρωπαϊκή άποψη της Αρχαίας Ελλάδος ως ταυτότητα και ΛΟΓΟ του νέου κράτους. γ) ΣΚΟΠΟΣ του νέου κράτους υπήρξε στη συνέχεια, μετά από τα ζητήματα του Συντάγματος και της οργάνωσης, η απελευθέρωση των αλύτρωτων Ελλήνων, ενώ η ελεγχόμενη Εκκλησία της Ελλάδος αποτέλεσε ακόλουθο της πολιτικής εξουσίας, προς υποστήριξη της εθνικής ολοκλήρωσης. Στα τρία βασικά στοιχεία του νεοελληνικού κράτους, ΝΟΜΟ, ΛΟΓΟ, ΣΚΟΠΟ, δεν υπήρχε η ελληνική παράδοση, αλλά βαυαρικός νόμος και εξουσία, τεχνητή αναβίωση της Αρχαιότητας, ενώ η εκκλησία, αντί για αρωγή προς πνευματική ολοκλήρωση των πολιτών, χρησιμοποιήθηκε προς ομογενοποίηση του κράτους και ολοκλήρωση της εθνικής ιδέας.
ΙV.
Εν κατακλείδι: Μετά τη ώριμη αποσύνθεση του Βυζαντίου, ο Νέος Ελληνισμός, επιτυγχάνοντας μεγάλη πολιτική, οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική πρόοδο, προχώρησε στην Επανάσταση και τη δημιουργία κράτους. Η ανασύνθεση όμως υπήρξε ανώριμη λόγω ανεπάρκειας ΝΟΜΟΥ, ΛΟΓΟΥ, ΣΚΟΠΟΥ στο εγχείρημα. Με άλλα λόγια: Το πρόβλημα και το 1453 και το 1821 και σήμερα δεν είναι η απάντηση σε κάποιο δίλημμα (π.χ. ευρώ ή δραχμή), αλλά η θεραπεία της βασικής αιτίας της παρακμής, θεραπεία η οποία δεν είναι ένα μαγικό χάπι, αλλά διαρκεί χρόνια. Και η αιτία είναι βαθιά πνευματική-ψυχολογική, ώστε αν δεν επανακαθορίσουμε την ταυτότητά μας και δεν αλλάξουμε νοοτροπία με βάση τον λόγο και το ήθος της Παράδοσής μας (προσαρμοσμένα βέβαια στη σύγχρονη εποχή), τα οποία θα μας οδηγήσουν συλλογικά μέσα από μια δύσκολη περίοδο σε κοινωνική αλληλεγγύη, σεβασμό στους θεσμούς, εξωστρέφεια και δημιουργία, δεν θα επιβιώσουμε στον παγκοσμιοποιημένο οικονομικό νεοβαρβαρισμό. Ο Παλαιολόγος και οι αγωνιστές του 1821 έσωσαν την τιμή του Γένους. Εμείς θα πρέπει τουλάχιστον να είμαστε έτοιμοι για τον «κανόνα» μας, ό,τι και να συμφωνηθεί σε πολιτικό επίπεδο.