Για τον Σέρεν Κίρκεγκορ οι άνθρωποι είναι πεπερασμένα όντα και ευεπίφορα στο λάθος, οπότε μόνον αν αναγνωρίζουμε αυτήν την πραγματικότητα μπορούμε να ελπίζουμε ότι θα κατανοήσουμε κάποια πράγματα και θα αποφύγουμε την απογοήτευση και την απελπισία. Κατά την άποψή του όταν αντιλαμβανόμαστε το Θεό αντικειμενικά, τότε δεν τον πιστεύουμε. Στη βιβλική περιγραφή της θυσίας του Αβραάμ βλέπει ένα «άλμα πίστης» που προϋποθέτει αναμφίβολα την αναστολή κάθε ηθικότητας και το εξηγεί.
Η εντολή του Θεού προς τον Αβραάμ να θυσιάσει τον μονάκριβο γιό του, είναι σε αντίθετη κατεύθυνση με άλλες παρόμοιες περιπτώσεις, όπως του Αγαμέμνονα και της Ιφιγένειας, είναι δηλαδή πράξη αντιβαίνουσα στην ηθική. Ο Αβραάμ υπακούοντας στη θεϊκή εντολή, το κάνει, όχι επειδή την κατανοεί ή τη δικαιολογεί, αλλά επειδή κάνει αυτό το άλμα πίστης και παραδίνεται ανεπιφύλακτα στη θέληση του Θεού του. Αυτό το άλμα πίστης, λοιπόν, εγγυάται την είσοδο στη θρησκευτική σφαίρα. Δεν μπορεί να υπάρξει λογική θεμελίωση της πίστης, αφού μόνον η φυγή από την απελπισία και τον τρόμο μπορεί να το κάνει. Η έμφαση του Κίρκεγκορ στην ατομική ύπαρξη και η ανάγκη διερεύνησής της, του προσέδωσε τον χαρακτηρισμό του «υπαρξιστή», γι αυτό και πέρασε στην ιστορία της φιλοσοφίας ως θεμελιωτής της σκέψης των υπαρξιστών του 20ου αιώνα.
Μια συνοπτική απεικόνιση της φιλοσοφίας του για την ανθρώπινη ζωή μπορούμε να έχουμε αν τη δούμε κινούμενη σε τρεις άξονες: τον αισθητικό, τον ηθικό και τον θρησκευτικό.
Στον πρώτο έχουμε την αναζήτηση της απόλαυσης και της ηδονής που καταλήγει στην αποτυχία και την απόγνωση, στον δεύτερο έχουμε την εκπλήρωση του χρέους και την υποταγή στο καθήκον που έχουν ως επακόλουθο την απώλεια της αυτονομίας και της ηθικής ευθύνης, ενώ στον τρίτο, τον θρησκευτικό, έχουμε την υποταγή στο Θεό, που καταλήγει στην αληθινή ελευθερία.
Η ίδια θεωρία, με άλλη αναλυτικότερη διατύπωση, έχει ως εξής:
Η σύνθεση της υπάρξεως ανάγεται σε τρία επίπεδα, που καταλαμβάνουν τα τρία επίπεδα, της αισθητικής, θρησκευτικής και ηθικής ζωής. Η αισθητική και η ηθική είναι εκφάνσεις του χρονικού, ενώ η θρησκευτική αποτελεί την εύρεση του αιωνίου. Η αισθητική και η ηθική επιζητούν να αναπληρώσουν το αιώνιο, με την προσωρινή ομορφιά και τις σχέσεις συμπεριφοράς μέσα στον κοινωνικό χώρο. Στόχος της ομορφιάς είναι το έργο της ηθικής, αλλά οι δυο αυτοί στόχοι της αισθητικής και της ηθικής όσο κι αν δίνουν επιτυχείς λύσεις δεν συντελούν στην αφύπνιση και την εύρεση του αιωνίου.
Ηλίας Κ Μάρκου
[email protected]