Καλησπέρα πιδιά μ΄καλά. Τι γενησέστι; Ιγώ ιχτές δεν ήμαν κι τόσο καλά, αλλά σήμιρα καλά είμι, μόνι τ΄ μπάμπου μ΄, τ΄ν πουνάει λίγο του κιφάλ΄.
Ιχτές μι πουνούσι πουλύ ένα σκλόδοντο όλο το βράδ΄, κι χήρσα να βάνου ρακί για να μι διαβεί. Μι του ρακί, μι λάρουνι λίγου, αλλά δε μ΄ είχι διαβεί ντιπ για ντιπ.
Η μπάμπου μ΄ ήλιγιν να βάλου θυμιάμα, για να με διαβεί. Τι να μι κάμ΄ το θυμιάμα. Στόμα έχου τ΄ν είπα, όχι θυμιατό! Όσο μι λάρουνι μι του ρακί, τόσο σκέφτουνταν η μπάμπου να μι μι πειράξ΄ μι άδειου του στουμάχι. Για να ησυχάσ΄, τ΄ν είπα να φέρ΄ καμμιά πιπεριά κι καμμιά μελτζάνα απ΄ του καδί. Ήφιρι κι όσο ήπνα, τόσο μ΄ απερνούσι του δόντ΄.
Όσο κάνταν κι η μπάμπου σμά, τ΄ν έδωκα πρώτα λίγο μεζέ, για να μη ζλεύ΄. Ύστιρα τ΄ν έδουκα να πιεί κι αυτήν λίγο ρακί. Στ΄ν αρχή δεν τ΄ν άρεζε, αλλά λίγου λίγου χήρσι κι αυτήν να του στραγκουλνάει του ποτήρ΄.
Τα μεσάνυχτα μ΄είχι διαβεί ντιπ΄ του δόντ΄. Μόνι η μπάμπου ήταν ντιπ΄ ζαρλατσμέν΄. Σάματ΄ θα τ΄ν πείραξαν οι πιπεριές απ΄το καδί.
Σαν έφεξε η σημιρνή η μέρα, το δόντ΄ μ΄είχι περάσ΄ ντιπ για ντιπ΄. Το μόνο που απόμκι, είνι πονοκέφαλος στ΄μπάμπου. Κι τ΄ν ήλιγα, να μη τρώει πουλλές πιπεριές. Τα τουρσιά πειράζουν.
Μπαρμπα Κώτσιους Τσιαμήτς
Ντράμστα