665
Φθινοπωρινή Ρουτίνα: Σιωπή, Ξηρασία και Μνήμες στα Χωριά του Βοΐου
Αργά κυλούν οι μέρες του φθινοπώρου , τόσο αργά που η εβδομάδα έρχεται και φεύγει χωρίς να καταλάβεις πώς, χωρίς να ξέρεις γιατί. Μικρά και μεγάλα γεγονότα περιστρέφονται γύρω σου, δημιουργώντας δίνες που σε παρασύρουν, για λίγο ή για περισσότερο, χωρίς στο τέλος να σου λένε κάτι. Το μόνο που βασανίζει όλους είναι η ανομβρία, που δεν λέει να υποχωρήσει και η γη έχει γίνει μάρμαρο και όλα τα δένδρα υποφέρουν . Νοέμβριος και δεν λέει να ρίξει σταγόνα νερό και να φανταστείς πώς κάποτε γράφαμε εκθέσεις στο σχολείο για τα πρωτοβρόχια του Σεπτεμβρίου. Τα βράδυ πλέον αισθάνεσαι το κρύο και λίγη ζεστασιά στην θέλεις το μεσημέρι όμως έχει ακόμη αρκετή ζέστη που σε λούζει ο ιδρώτας Τα χωριά στο Βόιο έχουν ερημώσει .
Η φύση στέλνει μεθυστικές ριπές και πότε πότε πέφτει κάποιο κάποιο καρύδι στο χώμα με έναν υπόκωφο γδούπο: φουπ. Πόσα να μαζέψεις; Αφού τόσο ψηλά δεν φτάνεις. Ο αέρα φυσάει και τα φύλλα των δέντρων ακούγονται να κινούνται και να ανασαίνουν. Ένας κήπος γεμάτος χρώματα πράσινο κίτρινο και βυσσινή
Το χωριο-καράβι ταξιδεύει. Πίσω στον χρόνο. Ανάλαφρο και κατάφορτο με μνήμες. Όνειρα που πήραν σάρκα και οστά, ελπίδες που διαψεύστηκαν, υποσχέσεις που δεν πραγματοποιήθηκαν.
Άνθρωποι που έφυγαν και άλλοι που δεν άντεξαν να μείνουν. Χαρές που χάθηκαν για πάντα και άλλες που κρύβονται παντού: στις τριανταφυλλιές του κήπου, στην μπολιασμένη κυδωνιά , στη γέρικη βαλανιδιά και στα κατακίτρινα φύλλα του πλάτανου Ο ήλιος έφτασε στο ζενίθ και αρχίζει να δύει. Το φως του αρχίζει να κιτρινίζει. Η αργή πορεία του μαγεμένη σε λέει «Ε, εσύ Το ταξίδι δεν τελείωσε». Η τοξωτή πορεία του, καθοδική πια, συνεχίζεται στον ουρανό. Το φως του αλλάζει σε πορτοκαλί που διαρκώς σκουραίνει. Σε λίγο θα κρυφτεί πίσω από το βουνό στα δυτικά και ο ουρανός γίνεται κόκκινος σαν αίμα.
Όλα σκοτεινιάζουν. Τις νύχτες δεν βλέπεις ψυχή έξω. Περίεργο, απόψε δεν ακουγόταν τίποτα: ούτε ένα γαύγισμα. Και κάπου στον ουρανό ένα φεγγάρι που γέμιζε πάλι, ταγμένο στην αέναη ρουτίνα του. Θέλοντας και μη, να κρύβεται ή να αποκαλύπτεται ανάλογα με τη σκιά της γης. Τα φώτα στα λιγοστά σπίτια που είναι ακόμη ανοιχτά, σιγά σιγά σβήνουν . Τα παιδιά ανύπαρκτα και παντού κυριαρχεί η σιωπή και η ερήμωση .
Βασίλης Παπαδημούλης