Η Θήβα και η Βοιωτία γενικότερα, αλλά και η Ελλάδα συνολικά, μπορούν να σεμνύνονται για το μεγάλο τέκνο τους, τον μέγιστο πολιτικό και στρατιωτικό τους που δόξασε όσο ελάχιστοι μεγάλοι άνδρες τη χώρα μας, από τα πανάρχαια χρόνια μέχρι σήμερα. Δε μου διαφεύγει, βέβαια, – και θέλω να το υπογραμμίσω αφετηριακά – η βαρυσήμαντη, και ακαταμάχητη από άποψη αλήθειας, διαπίστωση του ξεχωριστού Ούγγρου διανοούμενου Τσεντ Γκιέργκυϊ: «οι πολιτικάντηδες έχουν στο μυαλό τους τις επόμενες εκλογές, ενώ οι πολιτικοί τις επόμενες γενεές. Ο λαός εκλέγει τους καλύτερους πολιτικάντηδες και μετά απορεί ανακαλύπτοντας ότι είναι κακοί πολιτικοί». Επίσης, θέλω να καταγράψω και την υπενθύμιση που κάνει ο ίδιος ο Γκιέργκυϊ της καίριας παρατήρησης του μαθηματικού και φιλοσόφου Μπ. Ράσσελ: «το ύψος του βάθρου των αγαλμάτων, που στήνουμε στους εθνικούς μας ήρωες, είναι ως επί το πλείστον ανάλογο προς τον αριθμό των ανθρώπων που σκότωσαν». Οι αναφορές τούτες από το έξοχο και πυκνό σε ουσία λιγοσέλιδο έργο του Γκιέργκυϊ «Ο τρελός πίθηκος». Κατά ευτυχή σύμπτωση, μάλιστα, θα ενδώσω στον πειρασμό να υποστηρίξω πως οι απόγονοι του Επαμεινώνδα – μετά πολλά χρόνια γενόμενοι μνήμονες του έξοχου προγόνου τους – «εποίησαν» τον άνδριάντα του στην (από τον παλιό εθνικό δρόμο) είσοδο της πόλης σε μέγεθος περίπου φυσικό. Υποσυνείδητη, τάχα, επικύρωση της αναλογίας που αναφέραμε; Ενδεχόμενο, αλλά, ασφαλώς ατεκμηρίωτο. Έτσι ή αλλιώς, πάντως, εγώ ως Βοιωτός και ιστορικός εισπράττω τον απόηχο της αμάραντης δάφνης που κόσμησε την ηρωική μορφή του εξοχότερου άνδρα της Ελλάδας. Και σκόπιμα δεν μνημονεύω τους ειδικότερους προσδιορισμούς της προσωπικότητάς του, αποφεύγοντας την πρόκληση προστριβών με όσους θα επιχειρήσουν σύγκριση με άλλες προσωπικότητες των συγγενών χρόνων. Θα υπογραμμίσω, όμως, «αμελλητί και υπερηφάνως» την ύψιστη, και μοναδική τολμώ να ισχυριστώ, αρετή του: την αφιλαργυρίαν! Επιπρόσθετα και κατ’ εξαίρεση, θα παραβώ τον αρχικό σχεδιασμό για αποφυγή αναφοράς στοιχείων της πολιτικής και στρατιωτικής δράσης του Επαμεινώνδα, σημειώνοντας μόνον τη συνοπτική αλλά ουσιαστική κριτική προσέγγιση του Φρίντριχ Ένγκελς: «Πρώτος ο Επαμεινώνδας ανακάλυψε τη μεγάλη τακτική αρχή που ως σήμερα καθορίζει την έκβαση σχεδόν όλων των αποφασιστικών μαχών, δηλαδή τον άνισο καταμερισμό των στρατευμάτων κατά μέτωπο με σκοπό τη συγκέντρωση δυνάμεων για το κύριο χτύπημα στο αποφασιστικό σημείο». Η Ιστορία, στη μακραίωνη πορεία της, δεν έχει να επιδείξει Ηγεμόνες αλώβητους από την «ιεράν νόσον» της φιλαργυρίας. Αναδιφήστε τις σελίδες της παγκόσμιας Ιστορίας όσο θέλετε! Θα απογοητευτείτε, όχι από την σπανιότητα Ηγεμόνων υπέρτερων υλικού πλούτου αλλά από την απόλυτη ανυπαρξία τους. Κατά μια παράδοξη αντινομία, μάλιστα, θα λέγαμε ότι η φυλαργυρία – ο υλικός πλούτος, γενικά, – είναι ανάλογος προς το μέγεθος της Ηγεμονίας. Δεν είναι στις προθέσεις μου, τώρα, να επιχειρήσω διεξοδική αναφορά για του λόγου το αληθές. Απλώς προτρέπω τους αναγνώστες να ανακαλέσουν στη μνήμη τους κάποιους επιφανείς ή «επιφανείς» Ηγεμόνες οποιουδήποτε καιρού και είναι βέβαιο ότι θα πειστούν για τη βασιμότητα του ισχυρισμού. Ο Επαμεινώνδας, όμως, αποτελεί τη μοναδική – στο βαθμό που έχουμε τεκμήρια – εξαίρεση στο σύνολο των Ηγεμόνων που διαδραμάτισαν ρόλο παγκόσμιας και καθοριστικής σημασίας μέσα στην ανθρωπότητα. Ο βιολογικός βίος του επιφανή αυτού Θηβαίου ήταν βραχύτερος πολλών άλλων αλλά μακρότερος όλων σε δόξα και στρατιωτικοπολιτικό εκτόπισμα. Παρακάμπτοντας την συνολική έξοχη πολιτική και στρατιωτική του δράση μέσα στα στενά χρονολικά όρια των 56 χρόνων της ζωής του, θα θυμίσουμε ότι, μολονότι καταγόταν από επίσημο γένος των Θηβών (που κατά κάποια εκδοχή είχε χρεοκοπήσει) και ανέβηκε στα ύπατα αξιώματα της πατρίδας του, ο ίδιος ζούσε κατά τρόπο λιτό και απέριττο, περιφρονώντας ολωσδιόλου τα χρήματα και τα κάθε είδους υλικά αγαθά. Η αγνότητα, η εντιμότητα, η παντελής αδιαφορία προς το χρήμα και η ευθύτητα του χαρακτήρα του αποτελούσαν ουσιώδη συστατικά της μεγάλης αυτής προσωπικότητα που δικαιολογημένα μπορει να επονομαστεί Επαμεινώνδας ο αφιλάργυρος! Η ανεκδοτολογική φημολοφία, μάλιστα, εξικνείται μέχρι του σημείου να μνημονεύει περιστατικά που φανερώνουν ανάγλυφα περιπτώσεις στις οποίες ο πιστός του φίλος και συνεργάτης Πελοπίδας τον έβγαζε από τα αδιέξοδα, εγχειρίζοντάς του με κατάλληλο τρόπο κάποια χρήματα, για να αποσοβήσει τον ευτελισμό του φίλου του, ο οποίος ήταν παντελώς αμέριμνος και αδιάφορος σχετικά με τα οικονομικά, ώστε μερικές φορές δεν είχε στην τσέπη του ούτε μια δραχμή για τις άμεσες ανάγκες! Η φημολογία αυτή εμπεδώνει την αλήθεια περί του ακέραιου χαρακτήρα του μεγάλου στρατηλάτη και πολιτικού Θηβαίου, ο οποίος καταγράφεται στην παγκόσμια ιστορία ως ο μοναδικός Ηγεμόνας που κατόρθωσε να απολακτίσει το ψυχοφθόρο δέλεαρ της φιλαργυρίας και να μείνει αλώβητος από την «νόσον του ηγεμονισμού προς άγραν αργυρίων»! Ο βιολογικός του κύκλος, βέβαια, δεν ήταν επαρκής, για να αναπτύξει ο Ηγέτης εκείνος το σύνολο των δραστηριοτήτων, ώστε να ολοκληρώσει το μέγα έργο του, όπως ο χαρακτήρας του προδήλωνε! Βέβαια, θα αντιταχθεί, ασφαλώς, η μεγαλύτερη βραχύτητα της ζωής του Αλεξάνδρου. Σωστά. Μιλάμε, όμως, για Εντιμότητα και Αφιλαργυρία των ανδρών. Και, ως προς αυτό, «χάσμα σεισμού» χωρίζει τους δύο Ηγέτες. Ο Αλέξανδρος ανήκει στη χορεία των Συνήθων Ηγεμόνων, ενώ ο Επαμεινώνδας υπάγεται στην τάξη των Μοναδικών! Πόσοι είναι οι του πρώτου είδους Ηγέτες στη ροή της Ιστορίας της ανθρωπότητας; Προφανώς χιλιάδες. Πόσοι, όμως, είναι οι της αφιλαργυρίας ακραιφνείς στυλοβάτες; Πιθανόν – και προϋπογραμμίσαμε: στο βαθμό που μπορούμε να καταθέσουμε τεκμήρια – ο Επαμεινώνδας να είναι ο μοναδικός! Ή ένας από τους ελάχιστους όμοιούς του! Βέβαια, το κοινό φθέγμα είναι γνωστό: η Ιστορία δε γράφεται με υποθέσεις. Καλά! Ας αποδείξουμε πρώτα ότι γράφεται η Ιστορία – και όχι η «Ιστορία» – και τα επίλοιπα τα διευθετούμε! Ωστόσο, ας επιτραπεί, εδώ, μια «αυθαιρεσία» Ποια θα ήταν η μορφή και η ποιότητα της ανθρωπότητας, εάν ο χρήματι αδωρότατος Θηβαίος Επαμεινώνδας δεν ήταν η εξαίρεση αλλά ο κανόνας στον κόσμο των απανταχού Ηγετών; Βέβαια, τέτοια ερωτήματα δεν απαντώνται. Απλώς αιωρούνται στο κενό. Ωστόσο, μέσα από την αιώρηση αυτή γονιμοποιείται η σκέψη και τέμνει – ή μπορεί να τμήσει – άλλες ατραπούς. Για τις οποίες δεν υπάρχει μόνον ανάγκη αλλά και βεβαιότητα ότι οι κοινωνίες τις δικαιούνται και θα τις κατακτήσουν. Η Ιστορία, παρά τις επιθυμίες των αγγελιαφόρων του «Τέλους», έχει απείρως μεγαλύτερο μέλλον από το παρελθόν. Και σ’ αυτό το μεγάλο διάστημα θα συντελεστούν και μεγάλες και πρωτόγνωρες ανατροπές από τον άνθρωπο και για τον άνθρωπο. Η Κοινωνιολογική θεώρηση των ζητημάτων αλλά και αυτή καθαυτήν η συστηματική μελέτη της Ιστορίας του Θυκυδίδη – για να μεταχειριστώ Πλατωνική έκφραση – «ου λέγει μεν αλλά σημαίνει».
ΕΠΑΜΕΙΝΩΝΔΑΣ, Ο ΘΗΒΑΙΟΣ (Γιάννης Σ. Κωτσαδάμ, φιλόλογος – συγγραφέας)
104